Η θεωρία της αυθόρμητης τάξης

Posted: by παντιγέρα in
0

(Η αυτοδιεύθυνση στην καθημερινή ζωή)*

Μια από τις σημαντικές συνιστώσες της αναρχικής σκέψης είναι αυτό που θα ονομάζαμε ΑΥΘΟΡΜΗΤΗ ΤΑΞΗ, θεωρία του ό­τι δεδομένης της κοινής ανάγκης ένα σύνολο ανθρώπων, μέσω της κρίσης τους, του αυτοσχεδιασμού και του πειραματισμού, θα μπορέ­σει να αναπτύξει μια τάξη πραγμάτων πιο διαρκή, πιο στέρεη πιο στενά δεμένη με τις ανθρώπινες ανάγκες από οποιαδήποτε εξωτε­ρικά επιβεβλημένη εξουσία.Ο Κροπότκιν βγάζει το συμπέρασμα του γι' αυτή τη θεωρία από τις παρατηρήσεις του πάνω στην ιστορία της ανθρώπινης κοινω­νίας και ειδικότερα από τις μελέτες του για την Γαλλική Επανάστα­ση (στα πρώτα στάδια της τουλάχιστον) και για την Παρισινή Κομμούνα. Η αρχή της εξουσίας είναι τόσο βαθειά χτισμένη μέσα σε κά­θε πλευρά της κοινωνικής ζωής ώστε μόνο σε επαναστάσεις και σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ενεργοποιείται η αυθόρμητη τάξη. Παρά τη μέχρι τώρα κατά καιρούς σύντομη ζωή της, μας επιτρέπει να ρίξουμε μια ματιά στο είδος της ανθρώπινης συμπεριφοράς που οι αναρχικοί θεωρούν σαν «φυσιολογική» ενώ οι εξουσιαστές τη θεω­ρούν «χαοτική» και αφύσικη».

Θα μπορούσαμε να δούμε αυτή την τάξη στο ταχύτατα αναπτυσ­σόμενο κίνημα καταλήψεων σε άδειους στρατώνες το καλοκαίρι του 1949. Ανάμεσα στον Ιούνιο και τον Οκτώβριο 40.000 άστεγοι σε Αγγλία και Ουγγαρία κατάλαβαν πάνω από χίλιες στρατιωτικές εγκαταστάσεις (που είχαν μείνει αχρησιμοποίητες μετά τη λήξη του πολέμου). Οργάνωσαν από μόνοι τους, κάθε είδος κοινοτικής υπηρε­σίας στην προσπάθεια τους να μετατρέψουν αυτού τους στρατώ­νες σε ανθρώπινα σπίτια: κοινοτική ιατρική περίθαλψη, υπηρεσίες ε­πισιτισμού, μπουγάδας κ.α. Ακόμα ενώθηκαν ομοσπονδιακά μέσω της Ένωσης για την Προστασία των Καταλήψεων. Ένα σημαντικό στοιχείο γι' αυτές τις κοινότητες καταλήψεων είναι το ότι οργανώ­θηκαν από ανθρώπους με ελάχιστα κοινά, πέρα από το ότι βέβαια ή­ταν όλοι άστεγοι. Υπήρχαν ανάμεσα τους από λούμπεν μέχρι φιλήσυχοι οικογενειάρχες.


Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα εφαρμογής της θεωρίας της αυθόρ­μητης οργάνωσης, μας δείχνει το αυτοδιευθυνόμενο Πρωτοποριακό Κέντρο Υγείας στο Πέκχαμ του Λονδίνου. Ξεκίνησε από μια ομάδα γιατρών και βιολόγων που ήθελαν να ασχοληθούν και να μελετή­σουν την ...υγεία αντί την αρρώστια όπως κάνουν οι υπόλοιποι συ­νάδελφοι τους εξέταζαν ταχτικά ανθρώπους που είχαν γραφτεί μέλη στο κέντρο και έβγαλαν πολύτιμα συμπεράσματα πάνω ΣΤΗ ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ή όπως το θέτουν οι βιολόγοι του Πέκχαμ «εξε­τάζουμε ανθρώπους που είναι ελεύθεροι» (από τα δεσμά της αρρώστιας), ελεύθεροι να ζήσουν όπως θέλουν και να δώσουν έκταση στις επιθυμίες τους. Σε μια από τις πολύτιμες αναφορές πάνω στο πείραμα του Πέκχαμ, ο γιατρός Τζον Κόμερφορντ βγάζει το εξής συ­μπέρασμα «μια κοινωνία κάτω από τις κατάλληλες περιστάσεις αν αφήσει τον εαυτό της να εκφραστεί αυθόρμητα, επεξεργάζεται την σωτηρία της και πετυχαίνει μια αρμονία πράξεων που καμιά ηγε­σία δεν θα μπορούσε να πετύχει». Το ίδιο ακριβώς συμπέρασμα βγάζει και ο Αλογουωρθ Ρος από την μελέτη του για την εξέλιξη των πρωτοποριακών κοινοτήτων στην Αμερικάνικη Δύση τον 19ο αιώνα.

Εξίσου σημαντικά παραδείγματα για του ίδιου είδους φαινόμενο ήταν οι άνθρωποι που ήταν τόσο τολμηροί και είχαν τέτοια αυτοπε­ποίθηση ώστε να δημιουργήσουν αυτόδιευθυνόμενες μη «σωφρονιστικές» κοινότητες νέων με «ροπή προς την εγκληματικότητα» (κάτι δηλαδή που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε σαν «αντιαναμορφωτήριο»). Ο Χόμερ Λέην ήταν αυτός που ξεκίνησε την «Μικρή Κοινό­τητα του Κοινού Καλού» καταφέρνοντας τα δικαστήρια ανηλίκων να στείλουν εκεί αρκετά αγόρια και κορίτσια αντί να τα στέλνουν στα αναμορφωτήρια. Ο Λέην διακήρυσσε ότι: «η ελευθερία δεν δίνε­ται. Καταχτιέται από το παιδί, σαν αποτέλεσμα εξερεύνησης και ανακάλυψης. Συνεπής σ' αυτή την αρχή, αρνήθηκα να ασκήσω πάνω στα παιδιά ένα σύστημα εξουσίας, παρόμοιο μ' αυτό των θεσμών του κόσμου των ενήλικων. Ο αυτοδιευθυνόμενος χαρακτήρας της κοινότητας αναπτύχθηκε από τα ίδια τα παιδιά, αργά και δύσκολα, για να ικανοποιήσει τις δικές τους ανάγκες». Ο Αύγουστος Αιχορν, είναι ένας εξίσου τολμηρός άντρας που διευθύνει μια κοινότητα για «απροσάρμοστους» νέους στη Βιέννη.

Κάποτε συζητούσα μ' ένα Σκανδιναβό δημοσιογράφο που μόλις είχε επιστρέψει από την Ν. Αφρική και η πιο ισχυρή εντύπωση που του είχε μείνει από αυτή τη χώρα ήταν ότι οι λευκοί, ακόμα και όταν συζητούσαν μεταξύ τους σχεδόν ούρλιαζαν. Ήταν τόσο συνηθισμέ­νοι από το να δίνουν διαταγές στους μαύρους, ώστε αυτό είχε επη­ρεάσει ακόμα και το τρόπο με τον οποίο συζητούσαν μεταξύ τους. Καμιά ευγένεια δεν υπήρχε. Το περιστατικό αυτό μου ξαναήρθε στο μυαλό, (αλλά αντεστραμμένο) όταν παρακολούθησα στο ραδιό­φωνο μια εκπομπή για την επέτειο από την εισβολή των Ρώσικων τανκς στην Τσεχοσλοβακία, το 1968. Ο αφηγητής αναφερόμενος για το καλοκαίρι εκείνο στην Πράγα είχε πει: «όλα είχαν γίνει περισσό­τερο ευγενικοί, περισσότερο προσεκτικοί. Το έγκλημα και η βία εξαφανίστηκαν. Όλοι φαίνονταν να κάνουν μια μεγάλη προσπάθεια για να γίνει η ζωή υποφερτή καθώς μέχρι τότε ήταν τόσο ανυπόφορη».

Τώρα που η Άνοιξη της Πράγας πέρασε στην ιστορία, αρχίζουμε να ξεχνάμε (αν και οι Τσέχοι ποτέ δεν θα ξεχάσουν). Οι ιστορικοί (α­πασχολημένοι με τους πολιτικούς «φελλούς» που επιπλέουν στην επιφάνεια των γεγονότων ή με την τάδε ή την δείνα ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής) δεν μας λένε τίποτα για την αίσθηση που κυριαρχούσε ανάμεσα στους ανθρώπους που είχαν κατέβει στους δρόμους. Ο Τζον Μπέργκερ θυμάται: «είδα πλήθη εργατών στους δρόμους της Πράγας με τα πρόσωπα τους φωτισμένα από την φα­νερή αίσθηση της ιστορικής συγκυρίας και του επιτεύγματος. Δυστυχώς αυτή η ατμόσφαιρα ήταν πρόσκαιρη. Ήταν όμως μια ένδειξη για τις μέχρι τότε αχρησιμοποίητες ανθρώπινες δυνατότητες. Για την ταχύτητα με την οποία μπορούσε να εξαφανιστεί η έλλειψη ή­θους».

Ο Χάρρυ Σγουώρτζ από τους «ΤΙΜΕS» της Ν. Υόρκης μας θυμίζει: «φιλία, αυθορμητισμός, ξεγνοιασιά. Αυτές ήταν οι λέ­ξεις που οι ξένοι ανταποκριτές χρησιμοποιούσαν για να περιγρά­ψουν τους ξέχειλους από ευτυχία πολίτες της Πράγας». Τι έκανε ο Ντούμπτσεκ την ίδια στιγμή; Προσπαθούσε να θέσει όρια, να χειρα­γωγήσει αυτή την αυθόρμητη επανάσταση που είχε ξεκινήσει. Το εί­χε υποσχεθεί άλλωστε και στην σύνοδο του Συμφώνου της Βαρσο­βίας που είχε γίνει στη Δρέσδη, πως δηλαδή «θα έβαζε τέλος στην αναρχία».

Οταν τα Ρώσικα τανκς πραγματοποίησαν την εισβολή για να επιβάλλουν τη δική τους τάξη, τότε τη θέση της αυθόρμητης επα­νάστασης, πήρε η αυθόρμητη αντίσταση. Ο Καμίλ Γίντερ, κάτοικος της Πράγας, λέει... «πρέπει να ομολογήσω πως τίποτα δεν ήταν εκ των προτέρων οργανωμένο, τα πάντα λειτούργησαν αυθόρμητα...». Όσο για τον Λάντισλαβ Μνάκο από την Μπρατισλάβα, αυτός έγρα­ψε: «Κανείς δεν έδινε διαταγές. Οι άνθρωποι ήξεραν από μόνοι τους τι έπρεπε να κάνουν. Ο καθένας είχε την δική του κυβέρνηση», με τις δικές του «διαταγές» και τους δικούς του «Κανονισμούς». Οτιδήπο­τε οι δυνάμεις κατοχής προσπάθησαν να παραλύσουν, αυτό συνέχι­ζε να λειτουργεί ή και λειτουργούσε ακόμα καλύτερα από ότι συνή­θως. Μέχρι το απόγευμα, οι άνθρωποι είχαν καταφέρει να λύσουν ακόμα και το πρόβλημα του εφοδιασμού τροφίμων».

Το ίδιο «σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας» παρατηρήθηκε 12 χρό­νια νωρίτερα στην Πολωνία και την Ουγγαρία ο οικονομολόγος Πήτερ Γουίλς (που ήταν στο Πόζναν κατά τη διάρκεια των εξεγέρ­σεων), επισήμανε αυτό που ονόμασε «κατάπληκτική ηθική αγνότη­τα» και εξηγεί: «Στην Πολωνία και πολύ περισσότερο στην Ουγγαρία, επί εβδομάδες δεν υπήρχε καμιά εξουσία. Οι άνθρωποι ζούσαν μέ­σα σε ένα κλίμα αναρχικής αυτοπειθαρχίας ενώ ακόμα και οι κακο­ποιοί δεν έκλεβαν τίποτα, δεν μεθούσαν, δεν χτυπούσαν Εβραίους. Έφτασαν στο σημείο να λυντζάρουν μόνο τους χαφιέδες χωρίς να πειράξουν τους κομμουνιστές. Τα ηθικά επιτεύγματα είναι ίσως α­σύγκριτα στην επαναστατική ιστορία».

Ένας Ούγγρος, αυτόπτης μάρτυρας των ίδιων γεγονότων λέει: «θα σας πω σχετικά με την αίσθηση κοινότητας που υπήρχε στους δρόμους την μέρα της επανάστασης. Μια μέρα στεκόμουν στην ουρά για να πάρω ψωμί και τότε ήρθε ένα φορτηγό που το οδηγούσαν δύο αγόρια με πολυβόλα. Μας παρακάλεσαν να συνεισφέρουμε όλοι για να πάρουν ψωμί για τους άλλους μαχητές που ήταν στα ο­δοφράγματα. Το μισό φορτηγό γέμισε με ψωμί. Ο διπλανός μου στην ουρά είχε χαρίσει όλο του το ψωμί στα παιδιά και τώρα θα έ­πρεπε να ξαναπάει στο σπίτι του για να πάρει λεφτά. Και τότε αυ­θόρμητα η "ουρά" ξανάκανε έρανο για να του αγοράσει ψωμί.

Τα τζάμια σε όλα σχεδόν τα μαγαζιά είχαν σπάσει από τους πυρο­βολισμούς αλλά κανείς δεν πήρε οτιδήποτε από καμιά βιτρίνα. Α­κόμα και τα τζάμια των ζαχαροπλαστείων είχαν σπάσει, αλλά τα παιδιά δεν έπαιρναν τίποτα. Ούτε καν στα μαγαζιά με φωτογραφι­κές μηχανές ή με κοσμήματα. Μεγάλα κουτιά στήνονταν κάθε πρωί στα σταυροδρόμια που πάνω τους γράψανε: αυτά είναι για τους πληγωμένους και για τις οικογένειες των νεκρών. Το βράδυ ήταν γεμάτα με χρήματα».

Χωρίς αμφιβολία, οι άνθρωποι με αγάπη θυμούνται αυτή τη βασι­λεία της έξαρσης και της αυθόρμητης απλότητας σαν μια εποχή ό­που «αισθάνεσαι ότι ξαφνικά αναδύεσαι σε μια κατάσταση ισότητας και ελευθερίας όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να συμπεριφέρονται σαν άνθρωποι και όχι σαν γρανάζια της καπιταλιστικής μηχανής (ό­πως είχε γράψει και ο Όργουελ αναφερόμενος στην επαναστατική Βαρκελώνη το 1936). Ο Άντυ Άντερσον, αναφερόμενος στην Ουγγρι­κή επανάσταση του 1956, έγραφε: Η κοινωνία, μέσα από τη σκόνη και το καπνό των οδομαχιών, έριχνε μια κλεφτή ματιά σε μια κατά­σταση την οποία δεν θα χρειαζόταν πρωθυπουργούς, κυβερνήσεις, επαγγελματίες πολιτικούς, διευθυντές και αφεντικά που να δίνουν διαταγές».

Σαν ένα τελευταίο παράδειγμα, αυτό που ονομάζουμε αυθόρμητο και ελεύθερο πειραματισμό με νέες κοινωνικές φόρμες, σας δίνω με­ρικά αποσπάσματα από ένα απολογισμό των επαναστατικών επι­τευγμάτων σε ένα πάμφτωχο Ισπανικό χωριό, την Μεμπρίλα: «Στις άθλιες καλύβες του, ζουν 800 κάτοικοι. Οι δρόμοι δεν είναι λιθόστρω­τοι. Δεν υπάρχουν καφενεία ούτε βιβλιοθήκη. Υπήρχαν πολλές εκ­κλησίες οι οποίες βέβαια κάηκαν. Αμέσως μετά το κίνημα του Φράν­κο, η γη απαλλοτριώθηκε στη ζωή του χωριού τα πάντα κολλεκτιβοποιήθηκαν. Φαγητό, ρούχα, εργαλεία διανέμονταν εξίσου σε όλο το πληθυσμό. Το χρήμα καταργήθηκε, η δουλειά κολλεκτιβοποιήθηκε, ό­λα τα αγαθά πέρασαν στην κοινότητα και η κατανάλωση κοινωνι­κοποιήθηκε. Ένα εκλεγμένο συμβούλιο οργάνωσε μέσω επιτροπών τη ζωή της κομμούνας και τη σχέση της με τον υπόλοιπο κόσμο. Δό­θηκε περίθαλψη σένα μεγάλο αριθμό προσφύγων. Δημιουργήθηκε μια μικρή βιβλιοθήκη και ένα εργαστήριο σχεδίου. Η Μεμπρίλα είναι ίσως το πιο φτωχό χωριό στην Ισπανία αλλά και το πιο ΔΙΚΑΙΟ».

Ο Νόαμ Τσόμσκυ για το παραπάνω κείμενο αναφέρει: «Ένας τέ­τοιος απολογισμός με το ενδιαφέρον του για τις ανθρώπινες σχέ­σεις και για το ιδεώδες μιας δίκαιης κοινωνίας, θα φαίνεται παράξενο στους μεγαλόσχημους διανοούμενους, θα χαρακτηριστεί αφελής, ή πρωτόγονος ή και ανορθολογικός. Μόνο όταν τέτοιες προ­καταλήψεις ξεπεραστούν, θα μπορέσουν οι ιστορικοί να επιχειρή­σουν μια σοβαρή μελέτη του λαϊκού κινήματος που μεταμόρφωσε την Δημοκρατική Ισπανία σε μια από τις πιο θαυμαστές κοινωνικές επαναστάσεις που καταγράφει η ιστορία».

Υπάρχει λοιπόν μια τάξη που επιβάλλεται από τον τρόμο και τη γραφειοκρατία ΚΑΙ υπάρχει μια άλλη τάξη που γεννιέται αυθόρμητα από το γεγονός ότι είμαστε κοινωνικά όντα, ικανά να καθορίσουμε μόνα μας τη ζωή μας. Όταν η πρώτη μορφή τάξης καταργείται, η δεύτερη έχει την ευ­καιρία να εφαρμοστεί σαν μια σαφώς περισσότερο ανθρώπινη και ανθρωπιστική μορφή τάξης. Σύμφωνα με τον Προυντόν: «Η ΕΛΕΥΘΕ­ΡΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΗΤΕΡΑ ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΚΟΡΗ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ».

* Αυτό το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο του COLIN WARD"ΑΝΑRCHY ΙΝ ΑCΤΙΟΝ" (Η ΑΝΑΡΧΙΑ ΣΕ ΔΡΑΣΗ). 1978

Πηγή: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

0 σχόλια:


back to top