0

Πριν ξεκινήσουμε να αποδομούμε την ελληνική εθνική συνείδηση, χρειάζεται ένας ορισμός του έθνους και της λειτουργίας του.


Ο παραδοσιακός ορισμός, που εμφανίζεται πρώιμα στον Ηρόδοτο και φτάνει μέχρι σήμερα παραλλαγμένος, είναι αυτός που ορίζει ως έθνος ένα σύνολο ατόμων με κοινή καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, ιστορία, ήθη κι έθιμα και διάφορα άλλα χαρακτηριστικά (εξαρτάται στο ποιος το ορίζει και σε τι στοχεύει ώστε να προσθέσει/παραλείψει επιμέρους στοιχεία). Πάνω σε αυτόν τον ορισμό βασίζουν κατά κύριο λόγο οι εθνικιστές τις ρητορείες τους, προσθέτοντας λίγο συνωμοσιολογία και μια πρέζα μεταφυσικής.

Μία διαφορετική προσέγγιση επιχειρήθηκε από την γαλλική φιλελεύθερη φιλοσοφία, σύμφωνα με την οποία έθνος είναι το σύνολο των πολιτών ενός κράτους, ρίχνοντας το βάρος στην υπηκοότητα και τα αστικά δικαιώματα.

Οι δύο ορισμοί είναι διάτρητοι για διαφορετικούς λόγους έκαστος. Ξεκινώντας από τον φιλελεύθερο, μπορούμε να πούμε ότι είναι ελλιπής όσο αφορά την ερμηνεία του εθνικού φαινομένου, ή πιο σωστά του φαινομένου της πολιτιστικής πολυμορφίας και διαφορετικότητας. Επίσης, θέτει στο επίκεντρο των αξιών το αστικό έθνος- κράτος, την υπεράσπιση του έναντι των άλλων κρατών, και την τήρηση των νόμων του.

Η παραδοσιακή αντίληψη για το έθνος επανήλθε ως αντίδραση στην φιλελεύθερη στα μέσα του 19ου αιώνα χοντρικά, μέσα από τον γερμανικό ρομαντισμό ο οποίος τροφοδότησε ιδεολογικά τον ναζισμό. Δεν παύει όμως να είναι εξίσου παραπλανητική και προϊόν της φαντασίας. Κι αυτό διότι αδυνατεί να καταγράψει ποιά είναι όλα τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που χτίζουν την εθνική συνείδηση. Η κοινή καταγωγή αίματος σαν ιδέα στεγάζεται σε ημιμαθείς και προγονόπληκτους εγκεφάλους, διότι κάθε γωνιά της γης (με εξαίρεση ίσως μόνο τις απομονωμένες φυλές πρωτόγονων) είναι μια πανσπερμία λαών, που αναμιγνύονται είτε ελεύθερα, είτε μέσα από σειρά πολέμων, κατακτήσεων, βιασμών κλπ. Όσο η ιδέα αυτή χάνει έδαφος το βάρος πέφτει στα πολιτιστικά χαρακτηριστικά, τα οποία όμως «μπασταρδεύονται» και μπολιάζονται με μεγαλύτερη ευκολία απ’ ότι αναπαράγονται οι άνθρωποι. Αν η θρησκεία είναι στοιχείο εθνικής ομοιογένειας δεν εξηγείται πως υπάρχουν έθνη με περισσότερα από ένα θρησκεύματα χωρίς να παύουν να αισθάνονται έθνος, κι από την άλλη δεν εξηγεί γιατί π.χ. οι Έλληνες δεν ανήκουν στο ίδιο έθνος με τους ομόδοξους Ρώσους. Αναλόγως ισχύει για όλα αυτά τα στοιχεία, και για παράδειγμα η γλώσσα δεν ενώνει εθνικά τους Άγγλους με τους Νεοζηλανδούς, ούτε χωρίζει τους τρίγλωσσους Ελβετούς.

Εμείς θεωρούμε το έθνος σαν μια φαντασιακή κοινότητα, ένα κενό που αντλεί το νόημα του από αυτούς που προσπαθούν να του προσδώσουν νόημα. Και για να το πούμε πιο απλά, το έθνος δεν στηρίζεται λογικά σε κάτι, έθνος είναι η θέληση των ανθρώπων να ανήκουν σε ένα έθνος, είναι μια νεφέλη, μια απάτη που στηρίζει μια μορφή εξουσίας-ετερονομίας. Η ερμηνεία αυτής της φαντασίωσης επεκτείνεται στη σφαίρα της μαζικής ψυχολογίας και όχι μόνο, αλλά το παρόν κείμενο έχει άλλου είδους στόχευση. Κλείνοντας το πρώτο μέρος, η εξήγηση που δεχόμαστε για την πολιτιστικές ομοιότητες/διαφορές μεταξύ των κοινοτήτων είναι τόσο απλή που μάλλον μοιάζει προδοτική στα μάτια ενός φασίστα. Είναι προφανές ότι ομάδες ανθρώπων που μοιράζονται κοινές συνθήκες ζωής και έχουν μια σχετική απομόνωση από τους άλλους, αναπτύσσουν κοινά πολιτιστικά χαρακτηριστικά(στην επιβίωση, την συμβίωση, την έκφραση και τον προσανατολισμό). Παρ’ όλα αυτά, η απομόνωση τους είναι ιδεατή(σαν αυτό που στην φυσική ονομάζεται ιδανική), χρησιμεύει μόνο σχηματικά στην μελέτη της εθνολογίας, και είναι τόσο σχετική όσο και τα ιδεολογήματα περί ανάδελφων εθνών και εθνικής καθαρότητας. Βέβαια αν ο εθνικισμός είχε έστω και ψήγματα λογικής, δεν θα ήταν εθνικισμός αλλά εθνολογία.

Και ας περάσουμε σιγά σιγά στο ψητό. Για να μπείτε στο κλίμα της εθνικής ονείρωξης, φανταστείτε οπτικοακουστικά δάφνες κι εμβατήρια, φανφάρες και ήρωες. Κι όλα γαλανόλευκα! Η ιστορία λοιπόν της Ψωροκώσταινας (σ.σ. ψευδώνυμο του νεοελληνικού κράτους) ξεκινά τον 19ο αιώνα. Η μήπως όχι; Γιατί κάποιοι χονδρέμποροι βιβλίων καυλώνουν το fan club τους μιλώντας για 2500 ετών ένδοξης ιστορίας. Ας μεταφερθούμε στην ετοιμοθάνατη οθωμανική αυτοκρατορία πριν την ελληνική επανάσταση, και πιο συγκεκριμένα στα νότια Βαλκάνια. Όπως και σε κάθε άλλη πολυεθνική αυτοκρατορία με διάρκεια, η υπήκοοι της επιδίδονται σε ένα αλλεπάλληλο μπαστάρδεμα, με αποτέλεσμα την αφομοίωση, διάδοση, εξαφάνιση και σύνθεση πολιτιστικών στοιχείων. Γι αυτό και οι επιμέρους εθνικές ομάδες πολλές φορές χάνουν κάθε ίχνος προέλευσης και συνοχής. Κατατάσσοντας χοντροκομμένα (όπως αρμόζει στην εξ ορισμού μπακαλίστικη αντίληψη του έθνους) τους υπηκόους του σουλτάνου σε εθνικές ομάδες, παρατηρούμε στο νότο τις εξής:

Τούρκοι: Μογγολικής καταγωγής, εξισλαμίσθηκαν τον 960 μ.Χ. (ήταν κυρίως ειδωλολάτρες, αλλά και ορισμένοι χριστιανοί, βουδιστές κλπ) έχοντας ήδη εγκατασταθεί στην δυτική Ασία(περίπου Περσία). Χωρισμένοι κάποτε σε πλήθος φυλών, επικράτησαν εν τέλει οι Οθωμανοί (του φυλάρχου Οσμάν, οι οποίοι έφτιαξαν την τεράστια αυτοκρατορία. Μιλούν την τουρκική γλώσσα. Παρέλαβαν μια προηγούμενη πολυεθνική αυτοκρατορία, την βυζαντινή.

Βούλγαροι: Η προέλευση του ονόματος τους τα λέει όλα (μπουλγαμακ σημαίνει ανακατώνω στα τουρκικά). Μογγολικής καταγωγής, με την έλευση τους περίπου τον 7ο αιώνα προς τα δυτικά εκσλαβίζονται πολιτιστικά. Κατοικούν στην περιοχή των αρχαίων Θρακών (προελληνικό φύλο). Η γλώσσα τους είναι σλαβική κατά το λεξιλόγιο, μογγολική στη συντακτική και γραμματική δομή, με πολλά υπολείμματα της νεκρής θρακικής γλώσσας, με αλβανικές και ελληνικές λέξεις. Χριστιανοί ορθόδοξοι τω θρήσκευμα.

Πομάκοι: Αγνώστου πατρός! Η γλώσσα τους είναι βουλγαρογενής, αλλά είναι μουσουλμάνοι. Ζουν στην Βουλγαρική και Ελληνική Θράκη. Πομαγκάμ=βοηθώ στα βουλγάρικα, επειδή βοηθούσαν τους ομόδοξους Τούρκους.

Σέρβοι: Χριστιανοί ορθόδοξοι σλάβοι, γλώσσα τους τα σερβοκροάτικα. Ο εθνικός τους ήρωας Καραγιώργης ήταν μέλος της Φιλικής εταιρίας, που πάλευε για παμβαλκανική εξέγερση ενάντια στους τούρκους, μένοντας πιστή στη διακήρυξη του Ρήγα Φεραίου το 1797. Αδελφός λαός με τους Κροάτες, που μιλούν την ίδια γλώσσα με λατινικό αλφάβητο (οι Σέρβοι με κυριλλικό) και είναι καθολικοί.

Αλβανοί: Προέρχονται από τους Γκέκηδες(Βόρεια Αλβανία) και τους Τόσκηδες(Νότια Αλβανία). Οι γκέκηδες είναι ιλλυρικής καταγωγής, ενώ οι τόσκηδες είναι ένα μίγμα υλληρίων με έλληνες και ποιος ξέρει τι άλλο. Κυριαρχεί ανάμεσα τους ο μωαμεθανισμός, αλλά με σημαντικά ποσοστά ορθοδόξων και καθολικών. Η γλώσσα τους είναι η συνάντηση της λατινικής με την τουρκική γλώσσα, που αν και άσχετες μεταξύ τους δημιουργήσανε την αλβανική, η οποία παρεμπιπτόντως διασώζει περισσότερες λέξεις της θρακικής, από κάθε άλλη γλώσσα. Ο εθνικός τους ήρωας Σκεντέρμπεης είχε Έλληνα πατέρα και μάνα από τη Σερβία. Χριστιανός, που ως σπουδαστής στην Ιστανμπούλ έγινε μουσουλμάνος για να αναγίνει χριστιανός αργότερα και να μπορεί να συσπειρώσει ευκολότερα τους Αλβανούς ενάντια στους Τούρκους.

Αρβανίτες: Το όνομα δηλώνει την προέλευση εκ της Αλβανίας (Αλβαν-ίτης). Προέρχονται από τους Τόσκηδες, κατεβαίνουν στον ελλαδικό χώρο περίπου τον 14ο αιώνα, και όντας ορθόδοξοι αφομοιώνονται μετά από τόσο καιρό από τους έλληνες. Με την τουρκική κατάκτηση ορισμένοι εξισλαμίζονται και χαρακτηρίζονται λανθασμένα Τουρκαλβανοί από τους Έλληνες. Μιλούν αρβανίτικα. Οι Μποτσαραίοι, ο Μιαούλης, η Μπουμπουλίνα και άλλοι οπλαρχηγοί του ‘21 ήταν αρβανίτες. Ο Κολοκοτρώνης πρότεινε την δημιουργία ελληνοαλβανικού βασιλείου, δίγλωσσου και διθρησκου.

Μακεδόνες: Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας, πριν την έναρξη του Μακ.Αγώνα το 1903, ζούσαν ανάμικτα Βούλγαροι, Έλληνες(Ρωμιοί), και σλάβοι. Αποτέλεσμα ένα εθνολογικό χάος και κάποιοι να αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες (χωρις αξιώσεις για ένδοξους προγόνους). Μιλούν σλαβομακεδονικά. Και όλα ανατρέπονται ξανά όταν βγαίνουν στο προσκήνιο ο ελληνικός και ο βουλγάρικος επεκτατισμός, που προσπαθούν να αρπάξουν ό,τι ό,τι από την ετοιμοθάνατη Οθ.Αυτοκρατορία. Σπάει και η ορθοδοξία σε Πατριαρχείο και βουλγαρική εξαρχεία, και σφάζονται και οι βούλγαροι μεταξύ τους. Για να μην πολυλογούμε, η συνέχεια είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Βέβαια γιατί η σημερινή Δημοκρατία της Μακεδονίας διεκδικεί τον Αλέξανδρο τον Καταραμένο (όπως λέγαν τον Μεγαλέκο στην Περσία) δεν είναι περίεργο. Ο σοβινισμός δεν είναι μόνο ελληνικό προνόμιο.

Νεοέλληνες: Τελειώνουμε σκόπιμα με τους “δικούς” μας, που απατώνται ότι είναι η συνέχεια των αρχαίων Ελλήνων. Τα ελληνικά φύλα είναι: Αχαιοί, Ίωνες, Αιολείς, Δωριείς, και κατεβαίνουν ξεχωριστά σαν βάρβαροι στον ελλαδικό χώρο για να αναμιχτούν με άλλα προελληνικά φύλα (Θράκες, Μινωίτες, Πελασγοί, Λέλεγες, Κάρες κλπ) Εν ολίγοις, με βοηθό το Αιγαίο που είναι δίοδος πολιτισμών από 3 ηπείρους, δημιουργούν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Ο οποίος γεννά τον ελληνιστικό, και πεθαίνει με την ρωμαική κατάκτηση για να αναγεννηθεί μέσα από τον Ευρωπαικό Διαφωτισμό. Το Βυζάντιο ήταν η Ανατολική Ρωμαική αυτοκρατορία, όπως και ονομαζόταν (Βυζάντιο ονομάστηκε μετέπειτα από τους ιστορικούς). Και η πολυεθνική αυτοκρατορία μπαστάρδεψε τους Έλληνες, με τους λαούς της Μ.Ασίας (Πέρσες, Μήδοι, Λυδοί κ.α.) και με τον καιρό μαζί με άλλους βαλκανικούς λαούς που προαναφέρθηκαν. Η λέξη Έλληνας στο Βυζάντιο ήταν βρισιά που δήλωνε τον δωδεκαθειστή, ενώ οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας ονομάζονταν Ρωμιοί (=Ρωμαίοι) και μιλούσαν την ελληνιστική γλώσσα. Μετά την οθωμανική κατάκτηση, τα ελληνοχριστιανικά υπολείμματα(ελληνικά μόνο στη γλώσσα) ανακατεύτηκαν πολιτιστικά και σεξουαλικά με κάθε λογής “ξένο”. Και αν δεν υπήρχαν οι Δάσκαλοι του Γένους να τους παραμυθιάσουν με μια νέα εθνική συνείδηση, θα παρέμεναν ραγιάδες, ελληνόφωνο χριστιανοί υποτελείς στο σουλτάνο. Με άλλα λόγια, οι Νεοέλληνες είναι έλληνες μόνο στη γλώσσα (αν και η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας αμφισβητείται επίσης έντονα), είνα Βυζαντινοί μόνο στο θρήσκευμα, και όσο για την καταγωγή, τα ήθη και τα έθιμα τρέχα γύρευε. Αλλά ας μην το κουράσουμε.

Εν κατακλείδι, το έθνος και η πολιτική του έκφραση, ο εθνικισμός, είναι ένα παραμύθι στο οποίο πρέπει να επιτεθεί ο αγώνας για ατομική και κοινωνικη αυτονομία. Ακόμα και ένας “αγνός” πατριωτισμός, όπως ακούμε συχνά, που δεν υποστηρίζει ανωτερότητα/κυριαρχία έναντι των αλλοεθνών, κρύβει μια παιδαριώδη θεοποίηση του τίποτα, και καταλήγει σε προγονοπληξία- μισαλλοδοξία. Η αντεθνική δράση είναι η αντιπαράθεση (σε επίπεδο λόγου και πράξης) με τέτοια ιδεώδη (από τα πιο “αθώα” αριστεροπατριωτικά, έως τα αιμοσταγή νεοναζιστικά).

ΥΓ1: Μπορεί να κουράσαμε με τις λέξεις ανάμιξη, μπαστάρδεμα κλπ αλλά ήταν αναπόφευκτο για να περιγράψουμε το Βαλκανικό μπάχαλο. Επίσης υπάρχουν πολλές παραλείψεις λογω περιορισμένου όγκου του κειμένου.

ΥΓ2: Προτεινόμενα αναγνώσματα: Β।Ραφαηλίδης “Λαοί των Βαλκανίων”, “Ιστορία του νεοελληνικού κράτους”, Φάμπρικα Υφανέτ “Ένας είναι ο εχθρός”, περιοδικό Sarajevo “Τα μυστικά του βούρκου”.

Μαύρο μελάνι, Νοέμβριος 2011, Συνέλευση χ στο άπειρο

Συνέχεια...
0
"Εσείς μπορεί να μην ενδιαφέρεσθε για τον πόλεμο, ο πόλεμος όμως ενδιαφέρεται για εσάς". Λέων Τρότσκι

Το βιβλίο των δημοσιογράφων Μ. Ιγνατίου και Αθ. Ελις για την κρίση στα Ιμια το 1996, βρίσκεται στις προθήκες των περισσότερων βιβλιοπωλείων, ενώ η επίσημη παρουσίασή του έτυχε εκτενούς κάλυψης από τα κανάλια της τηλεόρασης. Με τα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό να μπαίνουν ξανά στην επικαιρότητα, δεν είναι παράξενο το ενδιαφέρον γι΄ αυτό το βιβλίο.

Ο κύριος όγκος του βιβλίου αποτελείται από τηλεγραφήματα που προέρχονται από την αμερικάνικη πλευρά σχετικά με την κρίση. Όμως, υπάρχουν και μαγνητοφωνημένες συνομιλίες με τους πρωταγωνιστές της κρίσης από την ελληνική πλευρά, τον Πάγκαλο (τότε υπουργός Εξωτερικών) τον Αρσένη (Άμυνας), απόψεις του ναύαρχου Λυμπέρη που τότε ήταν Α/ΓΕΕΘΑ.

«Πώς σταμάτησε ο πόλεμος» αναφέρει ο υπότιτλος του εξώφυλλου. Πραγματικά, ο πόλεμος αποφεύχθηκε στο «παρά πέντε». Η «κρίση στα Ίμια» που κορυφώθηκε το βράδυ της 31 Γενάρη 1996, ήταν η χειρότερη κρίση από τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1974. Τότε, το 1974, ο πόλεμος περιορίστηκε στο έδαφος της Κύπρου. Το 1996, η προοπτική ήταν να απλωθεί από τον Έβρο μέχρι τη νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Τα Ίμια είναι δυο μικροσκοπικές βραχονησίδες 5 ναυτικά μίλια από την Κάλυμνο. Μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης, οι περισσότεροι στην Ελλάδα αγνοούσαν ακόμα και την ύπαρξή τους. Το Αιγαίο είναι σπαρμένο με χιλιάδες τέτοια βράχια, που το πολύ-πολύ να χρησιμοποιούνται από ψαράδες ή από κάποιους βοσκούς από κοντινά νησιά. Τέτοιες είναι και τα Ίμια.

Η διήγηση του βιβλίου ακολουθεί πιστά την εκδοχή των ελληνικών κυβερνήσεων. Η Τουρκία, για μια ακόμα φορά, προσπάθησε να αμφισβητήσει τα ελληνικά δίκαια τα οποία είναι βασισμένα σε διεθνείς συνθήκες. Η Τουρκία, λοιπόν, θέλοντας να βάλει το Αιγαίο σε διαπραγμάτευση, άρχισε τις προκλήσεις στις Ίμια. Για παράδειγμα, αρνήθηκε τη συνδρομή ελληνικών σκαφών για την αποκόλληση ενός τουρκικού φορτηγού πλοίου που είχε προσαράξει εκεί στα τέλη του Δεκέμβρη 1995, ισχυριζόμενη ότι οι νήσοι «Καρντάκ» ήταν δικό της έδαφος.

Η κρίση κλιμακώθηκε τις επόμενες μέρες. Ο δήμαρχος Καλύμνου, συνοδεία του Αργύρη Ντινόπουλου τότε δημοσιογράφου και μετέπειτα νομάρχη και βουλευτή της δεξιάς, έβαλε την ελληνική σημαία στην ανατολική Ίμια. Τούρκοι δημοσιογράφοι την κατέβασαν και έβαλαν την τουρκική. Πολεμικά πλοία περικύκλωσαν τα νησιά -ξανάβαλαν τη σημαία με μια φρουρά βατραχανθρώπων να τη φυλάει. Τα κανάλια έδειξαν τον απόπλου του στόλου από το ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Μονάδες μπήκαν σε πολεμική ετοιμότητα.

Τη κρισιμότητα της κατάστασης τη δείχνει μια συνομιλία του Πάγκαλου με τον αμερικάνο υπουργό Εξωτερικών Γουόρεν Κρίστοφερ: «Κρίστοφερ: Πρέπει να δείξετε ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση. Πάγκαλος: Όπως είναι τα πράγματα, υπάρχει μια σύγκρουση και η σύγκρουση θα γενικευτεί. Διότι εμείς, από τη στιγμή που θα πέσει η πρώτη σφαίρα θα απαντήσουμε παντού όπου θεωρούμε ότι έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα. Δεν μπορούμε να έχουμε καμιά συζήτηση με τους Τούρκους ούτε μπορούμε να δικαιολογήσουμε τον περιορισμό της κρίσης σε καθαρά αεροναυτικό επεισόδιο».

Μ΄ άλλα λόγια, μετά το πρώτο «μπαμ» -θα έπαιρναν φωτιά τα πάντα. Ο ναύαρχος Λυμπέρης που αποπέμφθηκε τον Φλεβάρη του 1996 και κατόπιν κατηγορούσε την κυβέρνηση Σημίτη για «εθνική ταπείνωση», είχε διαρρεύσει στην Ελευθεροτυπία της 11 Φλεβάρη: «το βράδυ της κρίσης ο ναύαρχος Λυμπέρης, όπως εκμυστηρεύεται ήταν αποφασισμένος για όλα. Δεν ήθελε να περιοριστεί σε έναν κλεφτοπόλεμο στις βραχονησίδες και είχε προσανατολιστεί στη λογική του ΄μεγάλου χτυπήματος΄ σε όλο το Αιγαίο». Τα επιτελικά σενάρια που είδαν το φως της δημοσιότητας μιλούσαν ακόμα και για βομβαρδισμό τούρκικων βάσεων έξω από τη Σμύρνη.

Το λάδι που φούντωσε τη φωτιά ενός παραλίγο πολέμου, το έριξαν οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στον ελληνικό και τουρκικό καπιταλισμό. Είναι δυο τοπικοί «υποϊμπεριαλισμοί» που διεκδικούν τη πρωτοκαθεδρία -σε οικονομικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο για λογαριασμό των Μεγάλων Δυνάμεων, σε όλο το τόξο που απλώνεται από τα Βαλκάνια μέχρι τη νοτιοανατολική Μεσόγειο και ακόμα παραπέρα.

Πράγματι, το «ακόμα παραπέρα» είχε γίνει εκρηκτικό εκείνη την περίοδο. Τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της Κασπίας και του Καυκάσου είχαν ανοίξει στον ανταγωνισμό και τη λεηλασία των μεγάλων πολυεθνικών. Οι επεμβάσεις και τα παζάρια των κρατών που τις στήριζαν ήδη είχαν βυθίσει στο αίμα ολόκληρες χώρες της περιοχής. Όμως, τις ίδιες φλόγες απειλούσαν να ανάψουν κι οι «δρόμοι του πετρελαίου» προς τη Δύση. Τότε για παράδειγμα ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για τον περίφημο «αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη». Ένα άλλο σχέδιο πρόβλεπε αγωγό που θα κατέληγε στο τουρκικό λιμάνι Τσεϊχάν απέναντι από την Κύπρο.

Περάσματα

Τα «αεροναυτικά περάσματα» του Αιγαίου έπαιζαν αποφασιστικό ρόλο στο ποιος έλεγχε αυτές τις διαδρομές. Το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας των νησιών ή των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, υπ΄ αυτό το πρίσμα πρέπει να αντιμετωπισθούν. Η επιδίωξη του ελληνικού καπιταλισμού είναι να μετατρέψει το Αιγαίο σε «ελληνική θάλασσα».

Οι δυο δημοσιογράφοι, αναφέρουν στην εισαγωγή τους το πρόγραμμα «αποικισμού 10 βραχονησίδων» που είχε αρχίσει να υλοποιείται από τα υπουργεία Αμυνας, Αιγαίου και Γεωργίας. «Περιβαλλοντικό» πρόγραμμα υποτίθεται, με την ενίσχυση και της ΕΕ. Όμως, καθόλου αθώο: ο αποικισμός των βραχονησίδων, προοπτικά οδηγούσε στην διεκδίκηση της υφαλοκρηπίδας τους, απέναντι από τα τουρκικά παράλια.

Στο βιβλίο γίνεται και εκτενής αναφορά και στις αντιδράσεις των πολιτικών κομμάτων για το χειρισμό της κρίσης των Ίμια από την κυβέρνηση του Σημίτη. Από τότε, η φράση που εκστόμισε στη Βουλή «Ευχαριστούμε τις ΗΠΑ» για τη μεσολάβησή τους, έχει γίνει «σημαία» στα χέρια της «πατριωτικής» δεξιάς. Η αλήθεια είναι διαφορετική. Οι Σημίτηδες κι οι υποτιθέμενοι «εκσυγχρονιστές» δεν λιγότερο πολεμοκάπηλοι από τους «ελληναράδες». Είναι κι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Τόσο οι μεν όσο και οι δε, υπολογίζουν να αξιοποιήσουν τις ΗΠΑ, τις ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις της Δύσης προς όφελος των συμφερόντων του ελληνικού καπιταλισμού. Όταν η «σημαία» κυματίζει στη Καμπούλ ή οι φρεγάτες περιπολούν στα ανοιχτά της Σομαλίας, και οι δυο γεμίζουν «εθνική περηφάνια». Οι φρεγάτες κι η διπλωματία αλληλοσυμπληρώνονται.

Τα υπόλοιπα, είναι ζήτημα χειρισμών και εκτιμήσεων για το «πόσο μας παίρνει» και «πως». Υπάρχει μια αποκαλυπτική περιγραφή στο βιβλίο, για τη στιγμή που γίνεται γνωστό ότι τούρκοι κομάντος έχουν αποβιβαστεί στη δεύτερη βραχονησίδα των Ιμια. Ο Πάγκαλος διηγείται στους δυο δημοσιογράφους: «Μπαίνω μέσα, το ανακοινώνω στους συσκεπτόμενους? Κι όταν το λέω αυτό, γυρίζει ο Σημίτης και λέει στον Λυμπέρη: ΄Δεν σου είπα, βρε μαλάκα, να στείλεις φρουρά και στα δυο νησιά;΄. Είναι η πρώτη φορά που άκουσα τον Σημίτη να χρησιμοποιεί αυτή τη λέξη».

Οσο για την «πατριωτική» δεξιά, που υποτίθεται ανθίσταται περισσότερο στις πιέσεις του «αμερικάνικου παράγοντα» -κάτι που ακούσαμε και για τον Καραμανλή μετά από τις εκλογές- το βιβλίο περιλαμβάνει ένα απολαυστικό επεισόδιο. Ο πρέσβης Τόμας Νάιλς ενημερώνει το Στέητ Ντιπάρτμεντ για τη συνομιλία του συμβούλου του Μπέκερ, με τον Γ. Συμπιλίδη, γενικό διευθυντή της «Πολιτικής Ανοιξης» του Α. Σαμαρά? «Ο Συμπιλίδης ισχυρίστηκε ότι μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτύχει μια τόσο στενή σχέση με τις ΗΠΑ όσο η ΠΟΛ.ΑΝ.. Εισηγήθηκε ότι οι Αμερικανοί επενδυτές πρέπει να συνδεθούν στενότερα με ελληνικές εταιρείες εάν θέλουν να ελπίζουν ότι θα σημειώσουν πρόοδο στις αγορές των Βαλκανίων...»

Οι εθνικιστικές, πολεμοκάπηλες φωνές των κάθε λογής «τουρκοφάγων» -ή «σκοπιανοφάγων»- ποτέ δεν είχαν και δεν θα έχουν καμιά σχέση με τον γνήσιο αντιμπεριαλισμό. Η αντίσταση στο ΝΑΤΟ, στις ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις και στην εμπλοκή της Ελλάδας σ΄ αυτές, είναι υπόθεση της Αριστεράς.

Λέανδρος Μπόλαρης

Συνέχεια...

Αποανάπτυξη: Μια απάντηση στην κρίση

Posted: by παντιγέρα in
0
Απέναντι στο σύστημα του καπιταλισμού, των ιδιωτικών τραπεζών και των νεοφιλελεύθερων αγορών υπάρχουν τοπικές κοινωνίες που παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους και αυτοοργανώνονται στο πλαίσιο μιας άλλης οικονομίας που δεν στηρίζεται στα χρήματα και το κέρδος. Επαναπροσδιορίζουν τις ανάγκες τους, μειώνουν την κατανάλωση, αυτοδιαχειρίζονται την τροφή και την ενέργεια τους, τοπικοποιούν την παραγωγή. Όλα αυτά την ώρα που στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, μια ερευνητική ομάδα εργάζεται πάνω στην ιδέα της βιώσιμης αποανάπτυξης, «μιας ομαλής οικονομικής απομεγέθυνσης για ένα βιώσιμο μέλλον στο οποίο θα ζούμε καλύτερα καταναλώνοντας λιγότερα».

Απαντώντας στις ερωτήσεις του tvxs, ο Γιώργος Καλλής, καθηγητής του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, του Ινστιτούτου ICREA και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας για την αποανάπτυξη, αναπτύσσει τη θεωρία και τις εφαρμογές της.

Στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα δεν μιλάμε για τίποτα άλλο παρά για ανάπτυξη, η οποία πολιτικά προβάλλεται ως η λύση στο πρόβλημα. Την ίδια στιγμή, εσείς προτείνετε μια άλλη λύση: Αποανάπτυξη τώρα! Δηλαδή;

Η ιδέα της ανάπτυξης, η μανία με την ανάπτυξη έχει μεγάλη ιστορία ξεκινώντας πριν τουλάχιστον 60 χρόνια κυρίως στις δυτικές χώρες κι έχει γίνει ο κύριος στόχος κι η κύρια επιδίωξη. Δηλαδή, όλο και μεγαλύτερο εισόδημα, όλο και περισσότερο κέρδος. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι τελικά αυτό δεν είναι η λύση στην κατάσταση που βιώνουμε τώρα αλλά είναι η αιτία του προβλήματος. Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και οικολογική και κοινωνική. Η κρίση αυτή είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι όλα γίνονται προς χάρην της ανάπτυξης και του χρήματος. Οπότε βρισκόμαστε μπροστά σε μια παράδοξη, οξύμωρη κατάσταση. Προσπαθούμε να επιλύσουμε ένα πρόβλημα, τονώνοντας τις αιτίες που το προκάλεσαν. Ακούμε συνέχεια ότι η κρίση είναι αποτέλεσμα της υπερκατανάλωσης, του εύκολου χρήματος, της έκπτωσης των ηθικών αξιών μπροστά στο κυνήγι του χρήματος. Αυτό κατά μια έννοια είναι η διάγνωση. Και μετά τι επεξεργαζόμαστε; Πως θα καταφέρουμε ξανά να μπούμε στον ίδιο δρόμο. Ώστε να αρχίσουμε ξανά να καταναλώνουμε και να παίρνουμε δάνεια, ξαναμπαίνοντας στην ίδια κατάσταση. Αυτός ο παραλογισμός αποδεικνύει το παράδοξο της ανάπτυξης προς χάρην της ανάπτυξης. Αυτή είναι μια μεριά του προβλήματος.

Αποανάπτυξη – κλιματική αλλαγή. Σχετίζονται και με ποιον τρόπο; Είναι απαραίτητα τα… οικολογικά χαρακτηριστικά σε ένα κοινωνικό κίνημα για την αποανάπτυξη;

Η άλλη είναι πλευρά είναι ακριβώς η οικολογική. Όπως ξέρουμε βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Όσο περισσότερο κινούμαστε στον άξονα της ανάπτυξης, τόσο περισσότερο επιδεινώνεται το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, με φυσικές καταστροφές και τώρα αλλά και πολύ μεγαλύτερες αργότερα. Όποτε βρισκόμενοι σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι, το να ξαναμπούμε στο δρόμο της ανάπτυξης, η οποία ούτε οικονομικά είναι βιώσιμη, ούτε κοινωνικά προσφέρει πλέον – το επίπεδο ευημερίας μιας χώρας δεν προοδεύει όσο και να αυξάνεται το ΑΕΠ – θα είναι πραγματικά καταστροφικό.

Ο δρόμος της αποαναπτυξης;

Σε αυτή τη φάση μπαίνει σαν υπόθεση εργασίας η θεωρία της απόανάπτυξης που προτείνει να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο κυνήγι της ανάπτυξης αλλάζοντας την κοινωνία, αλλάζοντας τους θεσμούς και δημιουργώντας μια κοινωνία η οποία θα ευημερεί. Προφανώς είναι πολύ δύσκολο για μια χώρα μόνη της να μπει σε αυτό το δρόμο, όμως υπάρχουν συγκεκριμένες προτάσεις οι οποίες είναι εφαρμόσιμες. Μπορεί να μην υπάρχουν πρόσφατα παραδείγματα χωρών που να έχουν επιλέξει το δρόμο της αποανάπτυξης αλλά παράλληλα πρέπει να επισημανθεί ότι η ιδέα της συνεχούς αύξησης της παραγωγής, της ανάπτυξης και της κατανάλωσης είναι πολύ πρόσφατη. Πολλοί πολιτισμοί που ευημερούσαν στο παρελθόν δεν βασίζονταν σε αυτή την ιδέα. Πρόκειται για μια σύγχρονη ιδέα την οποία σήμερα θεωρούμε δεδομένη. Κατά το παρελθόν δεν ήταν δεδομένη και δεν είναι απαραίτητη για την ευημερία.

Στην Καταλονία υπάρχουν τοπικές κοινωνίες που λειτουργούν με μη καπιταλιστικά μοντέλα. Πρόκειται για εφαρμογή της θεωρίας της αποανάπτυξης;

Κατά ένα μέρος ναι. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα τέτοιου τύπου. Η Καταλονία δεν είναι το μόνο μέρος στο οποίο συμβαίνει αυτό. Και στην Ισλανδία υπάρχουν πολλά παραδείγματα αλλά κι αν πάμε πίσω στην κρίση της Αργεντινής θα βρούμε κι εκεί πολλές ομάδες πολιτών οι οποίοι αυτοοργανώθηκαν προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κρίση, βλέποντας το αδιέξοδο και το ατέρμονο της προσπάθειας για την επιβίωση της οικονομίας της αγοράς. Οργάνωσαν διάφορες κοινωνικές υπηρεσίες, υπηρεσίες διασκέδασης, παραγωγής τέχνης, παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων με αυτόνομο τρόπο έξω από το πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα. Από τη χρήση άλλων μονάδων συναλλαγής πέρα από τα χρήματα – με ανταλλαγή υπηρεσιών και προϊόντων – τράπεζες χρόνου, εναλλακτικά νομίσματα, συνεταιριστικές ομάδες παραγωγής (κοοπερατίβες). Δημιουργείται έτσι ένα διαφορετικό επίπεδο ζωής από αυτό που διαμορφώνει μια καπιταλιστική κοινωνία κατανάλωσης. Στην περίπτωση της Ελλάδας, υπήρξαν πολλά παραδείγματα παράλληλων οικονομιών οι οποίες χάθηκαν μέσα στο σύγχρονο σύστημα της αγοράς. Αυτό ήταν στο παρελθόν ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ελληνικής οικονομίας που την έκανε και πολύ ανθεκτικότερη. Γιατί η Ελλάδα δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεται αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας. Στη σημερινή Ελλάδα όμως όλοι εξαρτόμαστε από το χρήμα κι από τη στιγμή που καταρρέουν τα εισοδήματα τότε πραγματικά η χρεοκοπία γίνεται κοινωνική κρίση. Παλιά η χρεοκοπία ήταν στους τίτλους των εφημερίδων, δεν αποτελούσε κοινωνική κρίση. Η θεωρία της αποανάπτυξης πρεσβεύει ότι πρέπει να επανακτήσουμε εκείνους τους τρόπους οικονομικής και κοινωνικής συναλλαγής, οι οποίοι δεν είναι χρηματικοί και δεν βασίζονται στην οικονομία της αγοράς.

Τώρα έχουμε ένα καπιταλιστικό οικονομικό πλαίσιο. Μια τέτοια θεωρία θα έβρισκε απέναντί της έναν αντίπαλο που λέγεται σύστημα, αν εφαρμοζόταν σε ένα μικρό τοπικό επίπεδο και βέβαια απόψεις που θα την έκριναν ως ουτοπική…

Δεν μπορούμε να μην ελπίζουμε ότι κάτι το οποίο είναι διαφορετικό έχει μέλλον. Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται τώρα η Ελλάδα είναι μια κατάσταση από την οποία η Λατινική Αμερική πέρασε πριν από σαράντα χρόνια περίπου. Πρέπει να εξετάζουμε τις εναλλακτικές λύσεις και να εργαζόμαστε για να τις εφαρμόσουμε. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι η αυτοοργάνωση, ο πειραματισμός και η επανάκτηση μη καπιταλιστικών οικονομικών μοντέλων. Τέτοια παραδείγματα σαν κι αυτό της Καταλονίας είναι κι αυτά που θα δείξουμε και στο ντοκιμαντέρ «Φόρος τιμής στην Καταλονία ΙΙ». Πάντως η αλλαγή στο επίπεδο των αποφάσεων δεν θα είναι αρκετή. Το εγχείρημα θα φτάσει στα όριά του όταν θα συγκρουστεί αναγκαστικά με το κεντρικό σύστημα οπότε η αλλαγή πρέπει να είναι παράλληλη. Δηλαδή, παράλληλα τα άτομα τα οποία εργάζονται στις αυτοοργανωτικές ομάδας πρέπει να έχουν και μια πολιτική στάση. Μέσα από το σύστημα της Δημοκρατίας πρέπει να ελπίζουμε, όσο κι αν αυτό φαίνεται δύσκολο, ότι θα υπάρξουν κι οι ανάλογες αλλαγές που θα είναι ευνοϊκές προς την απόδοση αυτού του μοντέλου. Γιατί αν το υπόλοιπο σύστημα συνεχίσει να κινείται στο ίδιο μοτίβο με τα fast track και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, θα περιορίσει το εγχείρημα σε έναν μικρό και ακίνδυνο χώρο. Η αλλαγή πρέπει να είναι διπλή. Χρειάζεται και πολιτική αλλαγή και αλλαγή στο πρακτικό καθημερινό επίπεδο.

Εφόσον λοιπόν υπάρξει ένα τέτοιο κίνημα είναι απαραίτητος ένας πολιτικός μανδύας; Κι αν ναι ποιος θα είναι αυτός;

Πρέπει να είναι ένα κίνημα που θα βρει πολιτική έκφραση. Δε φαντάζομαι ένα κόμμα το οποίο θα εκπροσωπεί την αυτοανάπτυξη. Φαντάζομαι ένα κίνημα σαν αυτό των ίσων δικαιωμάτων για τις μειονότητες, δηλαδή ένα κοινωνικό κίνημα. Παραδοσιακά αυτά είναι κινήματα της Αριστεράς και νομίζω ότι η ιδέα της αποανάπτυξης είναι μια αριστερή ιδέα, αν και πάρα πολλοί Αριστεροί είναι μαγκωμένοι στην έννοια της ανάπτυξης, δηλαδή θεωρούν ότι τέτοιου είδους ιδέες, όπως αυτή της αποανάπτυξης είναι κάπως ελιτίστικες. Εντός της Αριστεράς πάντα υπάρχουν αντιδράσεις και πάντα υπάρχει μια κόντρα μεταξύ αυτών που πιστεύουν ότι Αριστερά σημαίνει απλά το να πάρουμε την εξουσία και να εγκαθιδρύσουμε το σοσιαλισμό και να παράγουμε περισσότερη ανάπτυξη αλλά με άλλο τρόπο κι αυτών που πιστεύουν ότι Αριστερά σημαίνει κι ένας άλλος τρόπος ζωής. Νομίζω ότι σε αυτόν τον δεύτερο πόλο της Αριστεράς ταιριάζει η αποανάπτυξη. Και πιστεύω ότι η ιδέα της αποανάπτυξης, όσο κι αν φαντάζει οξύμωρη, γιατί είναι αντίθετη σε πολλές βασικές αξίες που πρεσβεύει μεγάλο μέρος του πληθυσμού που ζει μέσα στο πλαίσιο της αναζήτησης του συνεχώς μεγαλύτερου κέρδους, έχει κάποια στοιχεία που μπορούν να βρουν απήχηση σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού, πολύ μεγαλύτερο ίσως από αυτό που εκφράζει τώρα η παραδοσιακή Αριστερά.

Σε περίπτωση εφαρμογής της θεωρίας της αποανάπτυξης τι θα συμβεί με το έλλειμμα και το χρέος;

Εκεί έγκειται η παράνοια του καπιταλιστικού συστήματος. Δίνει δάνεια στους ανθρώπους με τη λογική ότι θα μπορέσουν να τα ξεχρεώσουν στο μέλλον. Από μόνο του το σύστημα υποθέτει και επιβάλλει ότι στο μέλλον πρέπει να υπάρχει περισσότερος πλούτος. Αυτό είναι παρανοϊκό. Η γη είναι πεπερασμένη. Δεν μπορούμε να φανταζόμαστε και να υποθέτουμε ότι επ’ αόριστον θα είμαστε όλο και πιο πλούσιοι και θα μπορούμε να ξεπληρώνουμε τους τόκους του παρελθόντος. Είναι φανερό ότι από μόνο του το σύστημα έχει οδηγήσει σε αυτή την κατάσταση. Κάποιες χώρες δεν μπορούν πλέον να ξεπληρώσουν τα δάνεια που πήραν στο παρελθόν προκειμένου να έχουν ένα φυσικό ρυθμό ανάπτυξης. Η Ελλάδα μόνη της δεν μπορεί να κάνει τίποτα, αυτό είναι δεδομένο. Πρέπει να υπάρξει μια σύμπνοια μεταξύ χωρών και για να γίνει αυτό πρέπει να δημιουργηθεί ένα μεγάλο κοινωνικό κίνημα που να ζητά την υλοποίηση της θεωρίας της αποανάπτυξης. Αν πάντως μιλάμε σε πρακτικό επίπεδο, αναφορικά με το έλλειμμα και το χρέος, σίγουρα αυτό σημαίνει άρνηση πληρωμών. Αυτό, όμως δεν μπορεί να γίνει από την Ελλάδα, πρέπει να γίνει μια συνεργασία μεταξύ των χωρών που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση και συντονισμένα θα αρνηθούν να πληρώσουν τα χρέη που σωρευτήκαν στο παρελθόν. Φυσικά αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει μεγάλο πρόβλημα στο τραπεζικό σύστημα, μεγάλο πρόβλημα γι’ αυτούς που έχουν αποταμιεύσεις – το οποίο θα είναι και άδικο γιατί αυτοί που δεν ξόδεψαν στο παρελθόν θα κινδυνεύσουν να χάσουν τα χρήματά τους – αλλά όλη αυτή η διαδικασία μπορεί να γίνει με χειρισμούς και τρόπους που να είναι δίκαιοι. Να θέσει το κράτος ως προτεραιότητα να υποστηρίξει τους μικροκαταθέτες ώστε να μη χάσουν τα χρήματά τους και οι (υπερ)μεγαλοκαταθέτες να επωμιστούν μέρος αυτής της αλλαγής προς μια νέα κατάσταση. Επιπλέον, από τη στιγμή που το κράτος καταφέρει να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό - και που δεν είναι μακριά από αυτό - δεν θα χρειάζονται παραπάνω δάνεια οπότε από κει και πέρα μιλάμε για την αποπληρωμή των προηγούμενων χρεών. Εκεί υπάρχει τρόπος να πούμε ότι αρνούμαστε να τα πληρώσουμε και δεν θέλουμε και δάνεια στο μέλλον, ότι δεν μας ενδιαφέρει πια αυτή η λογική του συνεχούς δανεισμού. Εξάλλου ο προϋπολογισμός είναι τόσο υψηλός εξαιτίας της μανίας των μεγάλων επενδύσεων, πχ.fast track και Ολυμπιακοί Αγώνες που γίνονται στο όνομα της ανάπτυξης και στις οποίες σπαταλάται πάρα πολύ δημόσιο χρήμα με πολύ μικρά κοινωνικά οφέλη. Η λογική της αποανάπτυξης στηρίζεται στο πως θα κάνουμε τα πράγματα πιο απλά, με πιο φθηνό τρόπο και μεγαλύτερο κοινωνικό όφελος.

Ένα παράδειγμα;

Υπάρχει το παράδειγμα της Κούβας. Δεν τρέφω κάποιον θαυμασμό για το κομμουνιστικό καθεστώς της Κούβας αλλά μπορούμε να πάρουμε κάποια παραδείγματα από εκεί. Η Κούβα έχει από τα καλύτερα εκπαιδευτικά και συστήματα δημόσιας υγείας στον κόσμο. Το επίπεδο θνησιμότητας στην Κούβα είναι το ίδιο με αυτό των ΗΠΑ. Οι δημόσιες δαπάνες όμως είναι κατά πολύ μικρότερες. Γιατί; Γιατί πηγαίνουν εκεί που χρειάζεται. Υπάρχουν δημόσιοι γιατροί, αποκεντρωμένα, που παρακολουθούν την υγεία των οικογενειών με τις οποίες είναι επιφορτισμένοι. Δεν χρειάζονται απίθανα μηχανήματα και νοσοκομεία για να προσφέρεις δημόσια υγεία στον πληθυσμό σου. Η δημόσια υγεία μπορεί να είναι και πολύ φθηνή αν επιλέξεις τον δρόμο που επενδύει στον ανθρώπινο κι όχι στον τεχνολογικό παράγοντα. Αντιθέτως στην Ελλάδα επενδύουμε σε καινούρια νοσοκομεία και μηχανήματα, μετά λέμε ότι εκτοξεύονται οι δαπάνες στη δημόσια υγεία και ταυτόχρονα έχουμε κι ένα από τα χειρότερα συστήματα στην Ευρώπη. Αυτή είναι η λογική της αποανάπτυξης. Όχι να γυρίσουμε πίσω ή να επιστρέψουμε στην εξοχή αλλά το πώς να κάνουμε τα πράγματα με πιο απλό και φθηνότερο τρόπο μειώνοντας τη λογική της αγοράς, του κέρδους και του χρήματος σε όλες τις πλευρές της ζωής.

Μιλάτε επίσης για επαναπροσδιορισμό της έννοιας της απασχόλησης…

Μια από τις βασικές προτάσεις στα πλαίσια της θεωρίας της αποανάπτυξης η οποία δεν είναι καινούργια, είναι η μείωση του ωραρίου. Είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτά που συζητάμε τώρα δηλαδή να μειώσουμε τα όρια συνταξιοδότησης ή να δουλεύουμε παραπάνω αυξάνοντας όλο και περισσότερο την παραγωγή. Στα πλαίσια της θεωρίας της αποανάπτυξης πρέπει να εργαζόμαστε λιγότερο. Όπως παλαιότερα ο χρόνος εργασίας μειώθηκε από το 12ωρο και τις επτά ημέρες στην εβδομάδα στο γνωστό 40ωρο ανά εβδομάδα έτσι και τώρα υπάρχει η δυνατότητα να μειωθεί ακόμη παραπάνω ο χρόνος εργασίας. Το «New Economics Foundation» στην Βρετανία, ένα αρκετά σημαντικό think tank με απήχηση στην αγγλική πολιτική και κοινή γνώμη έχει ξεκινήσει μια καμπάνια για 21ώρες μισθωτής εργασίας την εβδομάδα. Με την απελευθέρωση από τη μισθωτή εργασία θα έχουμε πολύ περισσότερο χρόνο για να επενδύσουμε στις κοινωνικές σχέσεις, την οικογένεια και τη συμμετοχή μας στα κοινά. Θα υπάρχει χρόνος που θα μπορεί να διοχευτευθεί σε μη αναπτυξιακά ή μη προσοδοφόρα πράγματα. Τι κάνει η ανάπτυξη; Πράγματα που κάποτε συνέβαιναν στο σπίτι, όπως η φροντίδα των παιδιών, η εκπαίδευσή τους, το καθάρισμα του σπιτιού και δεν είχαν αξία στην οικονομία της αγοράς όλα αυτά έχουν πλέον μεταφερθεί στην οικονομία της αγοράς. Πλέον πληρώνουμε για να μας καθαρίσουν το σπίτι, πληρώνουμε για την εκπαίδευση των παιδιών σε ιδιωτικά σχολεία ή φροντιστήρια. Όλα αυτά πλέον μετρώνται σαν ανάπτυξη του ΑΕΠ και σαν αύξηση της απασχόλησης. Αν όμως το σκεφτούμε σε πραγματικούς αριθμούς, ούτε η απασχόληση έχει πραγματικά αυξηθεί, ούτε η οικονομία έχει βελτιωθεί. Η πρόταση δεν είναι μείωση του χρόνου μισθωτής εργασίας υπό μια έννοια υποαπασχόλησης ή ελαστικής εργασίας, γιατί αυτή είναι μια κριτική επί της θεωρίας της αποανάπτυξης που ασκείται συχνά και εξ αριστερών. Αντίθετα θα υπάρξει η ευκαιρία να δουλέψουν κι αυτοί που είναι άνεργοι. Εφόσον θα δουλεύουμε όλοι λιγότερες ώρες θα υπάρχει περισσότερη εργασία. Φυσικά υπάρχει ένα οικονομικό αντίκτυπο. Οπότε είναι απαραίτητη μια αναδιανομή. Οι έχοντες θα πρέπει να πληρώσουν ένα βασικό σύστημα ελάχιστης ασφάλειας για όλο τον κόσμο ώστε να μην υπάρχει το άγχος της εργασίας για την επιβίωση. Σε αυτή τη λογική μαζί με την πρόταση για μείωση του χρόνου εργασίας, υπάρχει και η πρόταση του βασικού εισοδήματος καθώς και μελέτες για το πώς θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί. Πρόκειται για ένα βασικό ελάχιστο εισόδημα το οποίο θα πληρώνει το κράτος ανεξαιρέτως για όλους τους πολίτες και θα τους εξασφαλίζει τουλάχιστον τα προς το ζην.

Πηγή: tvxs.gr

Συνέχεια...

Καταναλωτική δημοκρατία

Posted: by παντιγέρα in
0
Την Άνοιξη αν δεν την βρεις, την φτιάχνεις.
Οδ. Ελύτης (Εκ του πλησίον)


Ποτέ άλλοτε το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα δεν είχε τόση εντροπία, αλλά και ποτέ ίσαμε τώρα δεν υπήρχε αυτή η ηγεμονία της ιδεολογίας του καπιταλισμού στην κοινωνία. Πραγματικά το καπιταλιστικό φαντασιακό έχει καταλάβει και κυριαρχεί στο μυαλό και στην καρδιά του σύγχρονου ανθρώπου.

Οι άνθρωποι πλέον δεν έχουν ένα διαυγές σχέδιο για το μέλλον της κοινωνίας, ούτε καν ένα όραμα για μια άλλου τύπου κοινωνική οργάνωση.

Ο καπιταλισμός, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ή του κρατικού καπιταλισμού, έγινε πιο επιθετικός, αλλά και πιο ασταθής και ανισόρροπος.

Η παγκόσμια κρίση πλέον, ιδιαίτερα μετά την επικράτηση των νέων τεχνολογιών, δεν ξέρουμε πώς θα ελεγχθεί ,ο κόσμος πλέον και όχι μόνον οι χώρες που μαστίζονται από την οικονομική κρίση έχει γίνει αβέβαιος.

Στην Ελλάδα της μεγάλης οικονομικής κρίσης, οι πολίτες παρ’ ότι διαμαρτύρονται έντονα δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κάνουν την σύνδεση ότι τα σημερινά προβλήματα είναι παρελκόμενα ενός συγκεκριμένου κοινωνικού συστήματος. Ο καθένας διαμαρτύρεται αλλά στην ουσία επειδή βλέπει το εισόδημα του να μειώνεται και το επίπεδο της ζωής του να χειροτερεύει, αλλά δεν επιθυμεί ένα άλλο σύστημα πιο δίκαιο πιο ελεύθερο, πιο συλλογικό, πιο δημοκρατικό, πιο ανθρώπινο.

Ο καπιταλισμός πριν φανερώσει τα αδιέξοδα του, κατέστρεψε τον ψυχισμό των ανθρώπων, διαμόρφωσε ένα νέο ανθρωπολογικό τύπο. Έναν άνθρωπο μοναχικό μοναχικό, νευρωτικό, αγχώδη, φοβικό και φοβισμένο αλλά και ατομιστή, επιθετικό, καταναλωτικό και ενεργοβόρο, καρριερίστα, αμοραλιστή, εγωιστή, αμετροεπή, ανταγωνιστικό. Έναν άνθρωπο κάτοικο του «εγώ» και εχθρό του «εμείς». Έναν άνθρωπο που ακόμα και στην σημερινή γενική καταστροφή, διατηρεί μια ψευδαισθητική πιθανότητα ατομικής διαφυγής.

Τα κόμματα της διαχείρισης έπαιξαν καθοριστικό ρόλο σ’ αυτή την διεργασία και τα κόμματα της αριστεράς ανεξάρτητα απ’ την ρητορική τους, ως μηχανισμοί εξουσίας, ως στελεχιακός μηχανισμός αλλά και ως κοινωνικά υποκείμενα, είναι αμφίβολο αν στο φαντασιακό τους έχουν κάτι διαφορετικό απ’ το περιρρέον κλίμα.

Τι συνιστά ως κοινωνικό υποκείμενο ενας αριστερός σήμερα, όταν σκέπτεται, αισθάνεται, συμπεριφέρεται, παράγει και καταναλώνει όπως οι πολλοί;

Πώς όμως διαμόρφωσε ο καπιταλισμός έναν τέτοιο ανθρωπολογικό τύπο; Ασφαλώς κολακεύοντας το πιο εύκολα ανθρώπινα συναισθήματα και μεταθέτοντας την προσπάθεια του ανθρώπου από την ικανοποίηση των αναγκών στην ικανοποίηση των επιθυμιών.

Το «εδώ και τώρα» συμπυκνώνει αυτή την μετατόπιση από το πλαίσιο της πραγματικότητας και της ανάγκης, στο πλαίσιο του υποσυνείδητου, της ηδονής και της επιθυμίας.

Μια ικανοποίηση, χωρίς προσπάθεια, χωρίς τίμημα, χωρίς συνέπειες αλλά και χωρίς κανόνες, χωρίς πρέπει και χωρίς ηθική. Ας διαυγάσομε την ελληνική κοινωνία των τελευταίων 30 χρόνων και θα δούμε αυτή την αλλαγή.

Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός συνέδεσε τα καταναλωτικά προϊόντα όχι με τις πραγματικές ανάγκες αλλά με τις επιθυμίες, η κατανάλωση θα έφθανε στα ύψη, η σπατάλη της ενέργειας εκεί που δεν είχε φθάσει ποτέ και τα προϊόντα δεν θα σήμαιναν μόνο κάλυψη στοιχειωδών αναγκών, αλλά θα έχουν και άλλα ψυχολογικά συμφραζόμενα τέτοια που ο άνθρωπος πλέον-όπως έγινε σήμερα-δεν θα μπορεί να ζήσει χωρίς να καταναλώνει, πολλά, περιττά και άχρηστα προϊόντα.

Π.χ. το αυτοκίνητο πλέον δεν είναι μέσο μεταφοράς αλλά ένδειξη κοινωνικής καταξίωσης και ευμάρειας, Το ίδιο συμβαίνει με όλα τα υλικά αγαθά.Αλλά τη ‘’δόξα’’της αγοράς εζήλεψε και η πολιτική και οι πολιυικοί μας

Τα λογικά επιχειρήματα και η λογική αναλυτική σκέψη, τα πολιτικά ενεργήματα και τα στρατηγικά προτάγματα για την κοινωνία αντικαταστάθηκαν από υποσυνείδητα ορμέμφυτα, εικόνες, επιθυμίες και φαντασιώσεις, έτσι που ο πολίτης να μην ενεργεί λογικά αλλά συναισθηματικά. Έτσι μπορεί να εξηγήσει κανείς και όλη την παθολογία της σύζευξης αγοράς- πολιτικής.

Αυτή η πορεία έχει αρχίσει να φανερώνει το αδιέξοδο της και η πορεία των ανθρώπινων κοινωνιών βαίνει προς το χάος.

Ο Άνθρωπος μόνον ως συλλογικό-κοινωνικό υποκείμενο δύναται να οριστεί και μόνο μέσα στην κοινωνία, στη συλλογικότητα και στην αλληλέγγυα στάση μπορεί να ζήσει. Κάθε άνθρωπος δεν είναι μόνο η βιολογική του υποδομή και οι ψυχολογικοί του μηχανισμοί, αλλά και ότι έχει «κλέψει» έχει «δανειστεί» από την κοινότητα, κάτι που οφείλει και να το επιστρέψει. Αυτή είναι και η ιστορική νομιμοποίηση του κομμουνισμού και ας φαίνεται να αντιβαίνει τη βιολογική φύση του ανθρώπου.

Η ανθρώπινη πολιτική ιστορία όμως έδειξε ότι δεν μπορεί να οικοδομηθεί μια ανώτερη κοινωνία από τη σημερινή χωρίς να επινοήσει ο άνθρωπος έναν αποτελεσματικό , άμεσο και δημοκρατικό τρόπο ελέγχου της εξουσίας.

Αλλά και η ιστορία των τελευταίων χρόνων της αλόγιστης ανάπτυξης έδειξε πως οποιαδήποτε πολιτική για το μέλλον δε μπορεί παρά να περιλαμβάνει τις αρχές και τους όρους της αποανάπτυξης και ας φαίνεται σήμερα ως αναχρονισμός ή ως επιστροφή στο παρελθόν. Ο άνθρωπος πρέπει να επιστρέψει στο αναγκαίο , στο χρειώδες και στο βασικό. Δεν είναι νοσταλγία για το παρελθόν αλλά σπαρακτική κραυγή για ένα σκοτεινό μέλλον που έρχεται. Ένα σκοτεινό μέλλον που μας υπόσχεται η καταναλωτική δημοκρατία και η πολιτική ελίτ που μας κυβερνά.

Γιώργος Κοκκινάκος, ψυχίατρος, διευθυντής Κέντρου Ψυχικής Υγείας Χανίων.

Πηγή: Από Κοινού - Κίνηση Τρικαλινών πολιτών για την Αποανάπτυξη και την Άμεση δημοκρατία.

Συνέχεια...

Χριστιανισμός, θρησκείες: Σεξισμός και όχλος

Posted: by παντιγέρα in
0

David Graeber: οι αναρχικές ρίζες του κινήματος Occupy Wall Street

Posted: by παντιγέρα in
1
Του Rising Galaxy

Μεταφράζω το άρθρο του David Graeber που δημοσιεύθηκε από το Al-Jazzera , στις 30 Νοέμβρη 2011. Αν θέλει να μάθει κανείς πληροφορίες για τον David Graeber μπορεί να διαβάσει ΕΔΩ, ΕΔΩ, ΕΔΩ, και ΕΔΩ. Σε αυτό το άρθρο ο Graeber κάνει μια ενδιαφέρουσα διαπίστωση που γενικότερα υπάρχει και σε αρκετές συζητήσεις στον Ελλαδικό χώρο με αφορμή το κίνημα των αγανακτισμένων. Τελικά γιατί να πρέπει να ανεχόμαστε τον κάθε απολιτίκ που θέλει να μας επιβάλει να μην αναφερόμαστε στην πολιτική μας τοποθέτηση; Αυτοί έχουν να μάθουν από εμάς και εμείς από αυτούς και πρέπει να μπολιαστούμε με καινούργιο κόσμο που δεν συμμετείχε σε κάθε είδους συλλογικότητες πιο πριν. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι θα πρέπει να αφήσουμε στην άκρη αυτά που πρεσβεύουμε. Η αποιδεολογικοποίηση είναι το πρώτο σκαλί για τον φασισμό.

Νέα Υόρκη

Κάθε φορά, σχεδόν, που μου παίρνει συνέντευξη ένας δημοσιογράφος των κυρίαρχων ΜΜΕ σχετικά με το κίνημα Κατάληψης της Γουόλ Στρήτ (Occupy Wallstreet), ακούω πάνω κάτω τα ίδια πράγματα:

”Πως θα φτάσετε οπουδήποτε αν αρνείστε να δημιουργήσετε μια ηγετική δομή ή να καταρτίσετε μια πρακτική λίστα αιτημάτων; Και γιατί όλες αυτές οι αναρχικές ανοησίες -όπως η συναίνεση- στον τρόπο λήψης αποφάσεων; Δεν καταλαβαίνετε ότι όλη αυτή η ριζοσπαστική γλώσσα θα αποξενώσει τον υπόλοιπο κόσμο ;

Αν κάποιος έφτιαχνε ένα εγχειρίδιο με τις χειρότερες συμβουλές που δόθηκαν ποτέ, αυτού του είδους οι απόψεις θα μπορούσαν να έχουν το ένδοξο μερίδιο τους. Σε τελική ανάλυση, από την οικονομική κατάρρευση του 2007, υπήρξαν δεκάδες προσπάθειες να ξεκινήσει ένα κίνημα σε πανεθνικό επίπεδο ενάντια στη λεηλασία των ΗΠΑ από τις οικονομικές ελίτ, οι οποίες πήραν τη κατεύθυνση που πρότειναν οι δημοσιογράφοι. Απέτυχαν όλες. Μόνο όταν, στις 2 Αυγούστου, μια μικρή ομάδα αναρχικών και άλλων αντιεξουσιαστών εμφανίστηκε σε μια συνάντηση που είχε καλεστεί από μια τέτοια ομάδα και με αποτελεσματικότητα τους έπεισε όλους να μην πάνε στην προγραμματισμένη πορεία και να δημιουργήσουν μια αυθεντική δημοκρατική συνέλευση-πάνω σε αναρχικές αρχές-, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για ένα κίνημα που οι Αμερικάνοι από το Πόρτλαντ μέχρι την Τουσκαλούζα, θα ήθελαν να αγκαλιάσουν. …

θα ήθελα να ξεκαθαρίσω τι εννοώ με το “αναρχικές αρχές”. Ο πιο εύκολος δρόμος για να εξηγήσεις τι είναι ο αναρχισμός είναι να πεις πως πρόκειται για ένα πολιτικό κίνημα που σκοπεύει στο να φέρει μια αυθεντικά ελεύθερη κοινωνία -δηλαδή μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι σχετίζονται με τους άλλους μόνο με αυτό το είδος σχέσεων το οποίο δεν επιβάλλεται με την συνεχή απειλή της βίας-. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι τεράστιες ανισότητες πλούτου, οι θεσμοί όπως η δουλεία, τα δεσμά του χρέους ή η μισθωτή εργασία, μπορούν να υπάρξουν μόνο αν υποστηριχτούν από στρατούς, φυλακές και αστυνομία. Οι αναρχικοί εύχονται να δουν ανθρώπινες σχέσεις που δεν θα υποστηρίζονται από τους στρατούς, τις φυλακές και την αστυνομία. Ο αναρχισμός οραματίζεται μια κοινωνία βασισμένη στην ισότητα και την αλληλεγγύη, και η οποία θα μπορούσε να υπάρξει αποκλειστικά και μόνο από την ελεύθερη συμφωνία μεταξύ των συμμετεχόντων.

Αναρχισμός εναντίον Μαρξισμού

Ο παραδοσιακός Μαρξισμός, φυσικά, είχε τον ίδιο τελικό σκοπό αλλά υπήρχε μια ουσιώδης διαφορά. Οι περισσότεροι Μαρξιστές επέμεναν ότι ήταν αναγκαίο πρώτα να καταληφθεί η κρατική εξουσία, και όλοι οι μηχανισμοί της γραφειοκρατικής βίας που αυτή φέρνει μαζί της, και να τη χρησιμοποιήσουν για το μετασχηματισμό της κοινωνίας μέχρι το σημείο όπου τέτοιοι μηχανισμοί θα γίνονταν περιττοί και θα εξαφανίζονταν. Ακόμα και πίσω στον 19ο αιώνα, οι αναρχικοί υποστήριζαν ότι αυτό ήταν μια αυταπάτη. Δεν μπορεί, υποστήριζαν, να δημιουργηθεί ειρήνη με το να ετοιμαζόμαστε για πόλεμο , ισότητα με τη δημιουργία ιεραρχιών ή ανθρώπινη ευτυχία με το να γινόμαστε περίλυποι επαναστάτες που δεν ευχαριστιούνται τίποτα και θυσιάζουν την προσωπική αυτοπραγμάτωση και αυτοεκπλήρωση για τον αγώνα.

Δεν είναι μόνο ότι ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα -και, όντως, δεν το κάνει. Δεν θα μπορέσεις ποτέ να επιτύχεις τους σκοπούς σου εκτός και αν τα μέσα σου είναι αυτά τα ίδια ένα μοντέλο του κόσμου που εύχεσαι να δημιουργήσεις. Για αυτό και το διάσημο κάλεσμα των αναρχικών για το ξεκίνημα του “χτισίματος μιας νέας κοινωνίας μέσα στην παλιά” με εξισωτικά πειράματα που εκτείνονται από τα ελευθεριακά σχολεία και τα ριζοσπαστικά συνδικάτα εργασίας μέχρι τις αγροτικές κομμούνες.

Ο αναρχισμός ήταν επίσης μια επαναστατική ιδεολογία, και η έμφαση του στην προσωπική συνείδηση του καθ’ ενός και στην προσωπική πρωτοβουλία, σήμαινε ότι κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου της ακμής του, χονδρικά από το 1875 μέχρι και το 1914, αρκετοί μετέφεραν τον αγώνα απευθείας στους επικεφαλής του κράτους και τους καπιταλιστές, με βομβιστικές ενέργειες και δολοφονίες. Από εκεί προέρχεται και η δημοφιλής εικόνα του αναρχικού που πετάει βόμβες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι αναρχικοί ήταν ίσως το πρώτο πολιτικό κίνημα που συνειδητοποίησε ότι η τρομοκρατία, ακόμα και όταν δεν στοχεύει αθώους, δεν φέρνει αποτελέσματα. Για έναν αιώνα τώρα, επί της ουσίας, ο αναρχισμός υπήρξε μια από τις λίγες πολιτικές φιλοσοφίες της οποίας οι υποστηρικτές δεν ανατίναξαν ποτέ κανέναν ( στην πράξη, ο ηγέτης του 20ου αιώνα που δανείστηκε τα περισσότερα από την αναρχική παράδοση ήταν ο Μαχάντας Γκάντι.)

Ακόμα, τη περίοδο από το 1914-1989 -χονδρικά- μια περίοδο κατά την οποία ο κόσμος ήταν συνεχώς σε εμπόλεμη κατάσταση ή προετοιμαζόταν για παγκόσμιους πολέμους, ο αναρχισμός έπεσε σε ένα είδους έκλειψης για ακριβώς αυτό το λόγο: Για να φαίνεται “ρεαλιστικό”, σε τέτοιους βίαιους καιρούς, ένα πολιτικό κίνημα θα έπρεπε να ήταν ικανό να οργανώνει στρατούς, ναυτικό και συστήματα βαλλιστικών πυραύλων και αυτό ήταν ένα πράγμα στο οποίο οι Μαρξιστές μπορούσαν συχνά να υπερέχουν. Αλλά όλοι αναγνώριζαν ότι οι αναρχικοί δεν θα μπορούσαν ποτέ να το καταφέρουν -κάτι το οποίο θα έπρεπε να συνηγορεί υπέρ τους. Ήταν μόνο μετά το 1989, όταν η εποχή των μεγάλων πολεμικών κινήσεων φαινόταν να τελειώνει, που ένα διεθνές κίνημα βασισμένο πάνω σε αναρχικές αρχές – το κίνημα για την παγκόσμια δικαιοσύνη – επανεμφανίστηκε με ραγδαίους ρυθμούς.

Πως λοιπόν το κίνημα της κατάληψης της Γουόλ Στρήτ ενσωμάτωσε αναρχικές αρχές;

θα ήταν χρήσιμο να πάρουμε τα πράγματα ένα-ένα:

1) Η άρνηση να αναγνωρισθεί η νομιμοποίηση των υπαρχόντων πολιτικών θεσμών.


Ένας λόγος για την πολυσυζητημένη άρνηση να διατυπωθούν αιτήματα είναι το γεγονός πως το να διατυπώσεις αιτήματα σημαίνει ότι αναγνωρίζεις την νομιμοποίηση – ή τουλάχιστον την δύναμη- αυτών προς τους οποίους απευθύνονται τα αιτήματα. Οι αναρχικοί συχνά σημειώνουν πως αυτή είναι η διαφορά μεταξύ της διαμαρτυρίας και της άμεσης δράσης: Η διαμαρτυρία, όσο μαχητική και να είναι, είναι μια έκκληση προς τις αρχές να συμπεριφερθούν με διαφορετικό τρόπο. Η άμεση δράση, είτε έχει να κάνει με μια κοινότητα που χτίζει ένα πηγάδι, είτε με την παρασκευή αλατιού αψηφώντας το νόμο (το παράδειγμα του Γκάντι ξανά), είτε με την προσπάθεια να σταματήσει μια συνάντηση κορυφής, είτε με την κατάληψη ενός εργοστασίου, έχει να κάνει με το να συμπεριφέρεσαι σαν να μην υπάρχει η ήδη υπάρχουσα δομή εξουσίας. Η άμεση δράση είναι, πάνω απ’ όλα, η προκλητική επιμονή στο να συμπεριφέρεσαι σαν να είσαι ήδη ελεύθερος.

2) Η άρνηση να αποδεχθείς την νομιμοποίηση της υπάρχουσας νομικής τάξης.

Η δεύτερη αρχή, προφανώς, απορρέει από την πρώτη. Από την αρχή, όταν αρχικά αρχίσαμε να κάνουμε οργανωτικές συναντήσεις στο πάρκο της πλατείας Τόμπκινς, οι διοργανωτές αγνόησαν τα τοπικά διατάγματα τα οποία έλεγαν ότι απαγορεύονται οι συγκεντρώσεις πάνω από 12 άτομα χωρίς την άδεια της αστυνομίας, απλά με το αιτιολογικό ότι τέτοιοι νόμοι δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Με το ίδιο σκεπτικό, φυσικά, επιλέξαμε να καταλάβουμε ένα πάρκο, εμπνευσμένοι από παραδείγματα της Μέσης Ανατολής και της Νότιας Ευρώπης, με την αιτιολογία ότι, ως πολίτες, δεν θα έπρεπε να χρειαζόμαστε άδεια, για να καταλάβουμε δημόσιο χώρο. Αυτό μπορεί να ήταν μιας ελάσσονος μορφής άμεση δράση αλλά ήταν ζωτικής σημασίας να ξεκινήσουμε με την δέσμευση να είμαστε υπόλογοι μόνο σε μια ηθική τάξη, και όχι σε μια νομική.

3) Η άρνηση να δημιουργηθεί μια εσωτερική ιεραρχία, αλλά αντιθέτως να δημιουργηθεί μια μορφή άμεσης δημοκρατίας βασισμένη στη συναίνεση.

Από την αρχή, επίσης, οι οργανωτές πήραν με θράσος την απόφασή να λειτουργούν όχι μόνο με αμεσοδημοκρατικό τρόπο χωρίς αρχηγούς, αλλά με την μέθοδο της συναίνεσης. Η πρώτη απόφαση διασφάλιζε ότι δεν θα υπήρχε επίσημη ηγετική δομή που θα εκλέγονταν ή θα επιβάλλονταν. Η δεύτερη διασφάλιζε πως καμιά πλειοψηφία δεν θα ανάγκαζε μια μειοψηφία να υποκύψει στην θέληση της, αλλά πως όλες οι σημαντικές αποφάσεις θα έπρεπε να παίρνονται με γενική συναίνεση. Οι αναρχικοί στην Αμερική για πολύ καιρό θεωρούσαν την διαδικασία της συναίνεσης (μια παράδοση που προέκυψε από τη συμβολή του φεμινισμού, του αναρχισμού και πνευματικών παραδόσεων όπως οι Κουάκεροι) ζωτικής σημασίας για τον λόγο πως είναι η μοναδική μορφή λήψης αποφάσεων που θα μπορούσε να λειτουργήσει δίχως καταναγκαστική επιβολή -μιας και αν μια πλειοψηφία δεν έχει τα μέσα να υποχρεώσει μια μειοψηφία να υπακούσει τις προσταγές της, όλες οι αποφάσεις αναγκαστικά θα παίρνονται με γενική συναίνεση.

4) H υιοθέτηση προ-απεικονιστικών πολιτικών.

Ως αποτέλεσμα, το Πάρκο Ζουκότι και όλες οι επόμενες κατασκηνώσεις, μετατράπηκαν σε χώρους πειραματισμού με την δημιουργία θεσμών μιας νέας κοινωνίας – όχι μόνο Γενικές Συνελεύσεις αλλά κουζίνες, βιβλιοθήκες, κλινικές, κέντρα πληροφόρησης καθώς και φιλοξενίας άλλων θεσμών, που όλα λειτουργούσαν πάνω στις αναρχικές αρχές της αλληλοβοήθειας και της αυτοοργάνωσης – μια αυθεντική προσπάθεια για τη δημιουργία θεσμών μια νέας κοινωνίας μέσα στο κέλυφος της παλιάς.

Γιατί αυτό δούλεψε; Γιατί συνεχίστηκε και αλλού; Ένας λόγος είναι, ξεκάθαρα, πως οι περισσότεροι Αμερικάνοι είναι πολύ περισσότερο πρόθυμοι να υιοθετήσουν ριζοσπαστικές ιδέες από ότι θα ήθελε να παραδεχτεί οποιοσδήποτε στα καθεστωτικά Μ.Μ.Ε. . Το βασικό μήνυμα – ότι η Αμερικάνικη πολιτική τάξη είναι απόλυτα και ανεπανόρθωτα διεφθαρμένη, ότι και τα δύο κόμματα πουλήθηκαν και αγοράστηκαν από το ένα τις εκατό του πληθυσμού, και ότι αν είναι να ζήσουμε σε οποιοδήποτε είδος μιας αυθεντικά δημοκρατικής κοινωνίας, θα πρέπει να το κάνουμε από την αρχή- ξεκάθαρα άγγιξε μια ευαίσθητη χορδή στον ψυχισμό των Αμερικάνων.

Ίσως αυτό να μην είναι τυχαίο: Αντιμετωπίζουμε συνθήκες που συναγωνίζονται αυτές της δεκαετίας του ’30. Με την κύρια διαφορά πως τα Μ.Μ.Ε. αρνούνται πεισματικά να το παραδεχτούν.

Αυτό εγείρει ενδιαφέροντα ερωτήματα για το ρόλο των ίδιων των Μ.Μ.Ε. στην Αμερικάνικη κοινωνία.

Οι ριζοσπάστες κριτικοί συνήθως υποθέτουν πως τα “εταιρικά Μ.Μ.Ε.”, όπως τα αποκαλούν, κυρίως υπάρχουν για να πείθουν το κοινό ότι οι υπάρχοντες θεσμοί είναι υγιείς, νόμιμοι και δίκαιοι. Γίνεται αυξανόμενα προφανές ότι στην πραγματικότητα δεν βλέπουν ότι αυτό είναι εφικτό, αλλά ο ρόλος τους είναι απλά να πείσουν τα μέλη ενός αυξανόμενα θυμωμένου κοινού ότι κανένας άλλος δεν έχει φτάσει στα συμπεράσματα που έχουν φτάσει τα ίδια(τα μέλη). Το αποτέλεσμα είναι μια ιδεολογία που κανένας δεν πιστεύει πραγματικά, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι τουλάχιστον υποπτεύονται ότι όλοι οι υπόλοιποι το κάνουν.

Πουθενά δεν γίνεται περισσότερο καθαρός αυτός ο διαχωρισμός, μεταξύ του τι πιστεύουν οι περισσότεροι Αμερικάνοι και του τι τους λένε να πιστεύουν τα μέσα και το πολιτικό κατεστημένο, παρά όταν μιλάμε για δημοκρατία.

Δημοκρατία στην Αμερική;

Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, φυσικά, η “δημοκρατία” είναι ένα σύστημα που δημιουργήθηκε από τους Πατέρες του Έθνους[1], βασισμένα στους ελέγχους και τις ισορροπίες μεταξύ του Προέδρου, του Κονγκρέσου και της Δικαιοσύνης. Όντως, πουθενά στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας ή στο Σύνταγμα δεν αναφέρει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως “δημοκρατία”. Οι συγγραφείς αυτών των κειμένων, σχεδόν όλοι, όριζαν την “δημοκρατία” ως ένα είδος συλλογικής αυτοκυβέρνησης μέσω γενικών συνελεύσεων, και ως τέτοια ήταν εντελώς εναντίον της.

Η δημοκρατία σήμαινε την τρέλα των μαζών: αιματηρή, ταραχώδης και ανυπόφορη. “Ποτέ δεν υπήρξε μια δημοκρατία που δεν αυτοκτόνησε”, έγραφε ο Άνταμς. Ο Χάμιλτον δικαιολογούσε το σύστημα ελέγχων και ισορροπιών επιμένοντας ότι ήταν αναγκαίο να δημιουργηθεί ένα μόνιμο σώμα των “πλούσιων και των αρχόντων” ώστε να ελέγχει την “απρονοησία” της δημοκρατίας ακόμα και αυτής της περιορισμένης μορφής που θα επιτρεπόταν στον κατώτερο οίκο των αντιπροσώπων”.

Το αποτέλεσμα ήταν μια δημοκρατία που είχε ως μοντέλο όχι την Αθήνα αλλά την Ρώμη. Κατέληξε να επαναπροσδιοριστεί ως “δημοκρατία” στις αρχές του 19ου αιώνα επειδή οι απλοί Αμερικάνοι είχα πολύ διαφορετικές απόψεις και έτειναν με επιμονή να ψηφίζουν -όσοι τους επιτρεπόταν να ψηφίζουν- υποψήφιους που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους “δημοκρατικούς”. Αλλά τι εννοούσαν -και εννοούν- οι απλοί Αμερικάνοι με αυτή τη λέξη; Μήπως εννοούσαν ένα σύστημα στο οποίο θα ζύγιζαν ποιοι πολιτικοί θα κυβερνούσαν; Φαίνεται απίθανο. Στο κάτω-κάτω οι περισσότεροι Αμερικάνοι απεχθάνονται του πολιτικούς και τείνουν να είναι επιφυλακτικοί με την ίδια την ιδέα της κυβέρνησης. Αν έχουν πάνω από όλα την “δημοκρατία” ως το πολιτικό ιδανικό τους, μπορεί να είναι μόνο γιατί ακόμα το βλέπουν, όσο αόριστα και αν το κάνουν, ως ένα είδος αυτοκυβέρνησης -όπως οι Πατέρες του Έθνους έτειναν να το αποκηρύττουν ως είτε “δημοκρατία” , ή ως μερικές φορές το έθεταν, αναρχία.

Αν μη τι άλλο, αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει τον ενθουσιασμό με τον οποίο αγκάλιασαν ένα κίνημα βασισμένο πάνω σε αμεσοδημοκρατικές αρχές, ανεξάρτητα από την ομοιόμορφη απόρριψη από τα Αμερικάνικα Μ.Μ.Ε. και πολιτικό σύστημα.

Όντως, δεν είναι η πρώτη φορά που ένα κίνημα βασισμένο σε θεμελιωδώς αναρχικές αρχές – την άμεση δράση, άμεση δημοκρατία, την απόρριψη των υπαρχόντων πολιτικών θεσμών και την προσπάθεια για την δημιουργία καινούργιων- έκανε την εμφάνιση του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων ( τουλάχιστον τα πιο ριζοσπαστικά παρακλάδια του ) , το αντιπυρηνικό κίνημα, και το κίνημα για την παγκόσμια δικαιοσύνη, όλα ακολούθησαν παρόμοιες κατευθύνσεις. Ποτέ και κανένα τους όμως δεν αναπτύχθηκε με τόσο γοργούς ρυθμούς. Αλλά εν μέρη, αυτό συνέβη επειδή αυτή τη φορά οι οργανωτές στράφηκαν προς την κύρια αντίφαση. Αμφισβήτησαν απευθείας το πρόσχημα της κυρίαρχης ελίτ, ότι προεδρεύουν πάνω σε μια δημοκρατία.

Όταν πρόκειται για τις ποιο βασικές πολιτικές ευαισθησίες τους, οι περισσότεροι Αμερικάνοι πέφτουν σε βαθιές αντιφάσεις. Οι περισσότεροι συνδυάζουν μια βαθιά ευλάβεια για την ατομική ελευθερία με μια σχεδόν θρησκευτική ταύτιση με θεσμούς όπως ο στρατός και η αστυνομία. Οι περισσότεροι συνδυάζουν ένα ενθουσιασμό για τις αγορές με το μίσος για τους καπιταλιστές. Οι περισσότεροι είναι εξόχως εξισωτικοί και βαθιά ρατσιστές, Ελάχιστοι είναι πραγματικοί αναρχικοί. Ακόμα λιγότεροι ξέρουν τι σημαίνει η λέξη “αναρχισμός”. Δεν είναι ξεκάθαρο πόσοι πολλοί, αν μάθαιναν, θα ευχόντουσαν στο τέλος να απαλλαγούν εντελώς από το κράτος και τον καπιταλισμό. Ο αναρχισμός είναι κάτι περισσότερο από δημοκρατία από τα κάτω: Πάνω από όλα στοχεύει στην εξαφάνιση όλων των κοινωνικών σχέσεων, από τη μισθωτή εργασία μέχρι την πατριαρχία, που μπορούν να διατηρηθούν μόνο με την συστηματική απειλή της βίας.

Αλλά ένα πράγμα που οι περισσότεροι Αμερικάνοι νιώθουν είναι ότι κάτι πάει τρομερά λάθος με τη χώρα τους, ότι οι ουσιώδεις θεσμοί ελέγχονται από μια ανίδεα ελίτ, ότι η ριζοσπαστική αλλαγή οποιουδήποτε είδους έχει καθυστερήσει εδώ και πολύ καιρό. Έχουν δίκαιο. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανένας ένα πολιτικό σύστημα τόσο συστηματικά διεφθαρμένο – όπου η δωροδοκία, σε κάθε επίπεδο, όχι μόνο δεν έχει γίνει νόμιμη, αλλά η προσέλκυση και η διανομή δωροδοκιών έχει μετατραπεί στην πλήρη απασχόληση κάθε Αμερικάνου πολιτικού. Η οργή είναι επιθυμητή. Το πρόβλημα είναι ότι μέχρι την 17η του Σεπτέμβρη, η μοναδική πλευρά του πολιτικού φάσματος που ήταν πρόθυμη να προτείνει ριζοσπαστικές λύσεις ήταν η Δεξιά[2].

Όπως μας κάνει ξεκάθαρο η ιστορία των προηγουμένων κινημάτων, τίποτα δεν τρομοκρατεί περισσότερο αυτούς που κυβερνούν τις Ηνωμένες Πολιτείες από το κίνδυνο ενός ξεσπάσματος δημοκρατίας. Η άμεση αντίδραση ακόμα και σε στην παραμικρή σπίθα δημοκρατικά οργανωμένης πολιτικής ανυπακοής, είναι ένας πανικόβλητος συνδυασμός παραχωρήσεων και βαρβαρότηταw. Πως αλλιώς μπορεί να εξηγήσει κάποιος τις πρόσφατες εθνικές κινητοποιήσεις χιλιάδων μπάτσων καταστολής ταραχών[3], τους ξυλοδαρμούς, τις επιθέσεις με χημικά, τις μαζικές συλλήψεις πολιτών που συμμετείχαν σε αυτό το είδος ακριβώς των δημοκρατικών συνελεύσεων που η Χάρτα των Δικαιωμάτων σχεδιάστηκε για προστατεύει, και τον οποίων το μόνο έγκλημα -αν υπάρχει έγκλημα- ήταν η παραβίαση των τοπικών κανονισμών κατασκήνωσης;

Οι αυθεντίες των Μ.Μ.Ε. επιμένουν ότι αν ο μέσος Αμερικάνος συνειδητοποιήσει τον ρόλο των αναρχικών στο κίνημα κατάληψης της Γουόλ ΣΤρήτ, θα αποστρέψει το βλέμμα του με σοκ και δέος. Αλλά οι εξουσιαστές μας, φαίνεται να ζουν με τον παρατεταμένο φόβο ότι αν ένα σημαντικός αριθμός Αμερικάνων μάθουν τι είναι πραγματικά είναι ο αναρχισμός, μπορεί κάλλιστα να αποφασίσουν ότι οι εξουσιαστές οποιουδήποτε είδους μας είναι αχρείαστοι.

***

Σημειώσεις:

[1] John Adams, Benjamin Franklin, Alexander Hamilton, John Jay, Thomas Jefferson, James Madison, και George Washington. Υπέγραψαν την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών το 1776.

[2] Αναφέρεται στο “κίνημα” Tea Party, ένα δημιούργημα ακροδεξιών κομματιών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, του καναλιού FOX News, επιχειρηματικών λόμπυ και κομματιών της θρησκευτικής ακροδεξιάς των ΗΠΑ, το οποίο αντιμετωπίστηκε και προωθήθηκε ως κύριο πολιτικό γεγονός από τα αμερικάνικα MME σε αντίθεση με το κίνημα Occupy. Από τα κύρια χαρακτηριστικά του κινήματος ήταν η προώθηση της κατάργησης της φορολογίας για τις επιχειρήσεις, η κατάργηση κάθε είδους κοινωνικής πρόνοιας, η εκδίωξη των μεταναστών ενώ έντονος ήταν ο συνομωσιολογικός λόγος (ο Ομπάμα ισλαμιστής, κομμουνιστής κτλ) όπως και ο ρατσιστικός. Η λαϊκή ευρωπαϊκή δεξιά δανείζεται επιχειρήματα και “ορολογία” από την Αμερικάνικη θρησκευτική δεξιά και τα διάφορα παρακλάδια της, τα οποία εξέφρασε με ένα ευρύ λαϊκιστικό προφίλ το Tea Party.

[3] Στο πρωτότυπο : “riot cops” . Τα αντίστοιχα δικά μας ΜΑΤ.

Συνέχεια...

back to top