Της πατρίδος μου η σημαία...

Posted: by παντιγέρα in
0
...έχει χρώμα βαυαρικό
και στην άκρη χαραγμένο
τον εγγλέζικο σταυρό
   


Υποστηρίζεται από εθνικόφρονες κύκλους, ότι η ελληνική σημαία αποτελεί σύμβολο ελευθερίας, για το οποίο έχουν χυθεί ποταμοί αίματος, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ΄40. Τις τελευταίες ημέρες σε συζητήσεις στο διαδίκτυο και στους τηλεοπτικούς δέκτες αυξάνουν αυτοί, που υποστηρίζουν, ότι ο κόσμος πρέπει να αντιταχθεί στο Δ.Ν.Τ. κατεβαίνοντας στους δρόμους κρατώντας -όχι κομματικές, αλλά- μόνο την ελληνική σημαία, σαν ένδειξη εθνικής ενότητας.
 
     Η  ελληνική σημαία ωστόσο, συμβολίζει ακριβώς εκείνες τις «αξίες», που έχουν οδηγήσει την Ελλάδα στη σημερινή κατάσταση (βυζαντινισμό, διαπλοκή, διαφθορά, θεοκρατία, υπανάπτυξη κ.λπ.). Στο άρθρο αυτό θα εξετάσουμε πώς προέκυψε η «εθνική» μας σημαία και τι συμβολίζει.


 
   
Ένας ακόμα μύθος της Ρωμιοσύνης
    Η επιλογή των χρωμάτων και τής μορφής τής σημαίας τού νεοελληνικού κρατιδίου αποτελεί έναν ακόμα μύθο τής Ρωμιοσύνης, οι νεαροί μαθητές τής οποίας διδάσκονται στα σχολεία, ότι τα χρώματά της συμβολίζουν δήθεν το γαλάζιο τής θάλασσας τού Αιγαίου και το λευκό των κυμάτων, ενώ οι εννέα λωρίδες της τις συλλαβές τής φράσης «ελευθερία ή θάνατος».
 
      Η πλειονότητα των σημερινών κατοίκων τής Ελλάδας αγνοούν την πραγματικότητα, ότι δηλαδή τα χρώματα τής σημαίας τής σύγχρονης Ελλάδας (μπλέ και άσπρο) καθορίστηκαν από τον Όθωνα, για να ταιριάζουν με τα χρώματα τής σημαίας τής Βαυαρίας, ενώ η μορφή της (πέντε μπλέ και τέσσερις λευκές οριζόντιες λωρίδες με σταυρό επάνω αριστερά) καθορίστηκε από τον αγγλόφιλο Αλ. Μαυροκορδάτο κι αποτελεί απλή αντιγραφή τής σημαίας των Άγγλων αποικιοκρατών στην Ινδία.
 
 
 
Απόφαση καθιέρωσης σημαίας γιά το νέο κράτος
     Με το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος», που προέκυψε από την Α΄ Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο (Ιανουάριος 1822) καθορίστηκε γιά πρώτη φορά ενιαίος τύπος εθνικής σημαίας με χρώματα γαλάζιο και λευκό, ανατέθηκε δε στο Εκτελεστικό Σώμα να προσδιορίσει τη μορφή της (παρ. ρδ΄ και ρε΄).
 
     Στις 15 Μαρτίου 1822 εκδόθηκε η με αριθμό 540 απόφαση τής Προσωρινής Διοίκησης υπογεγραμμένη από τον πρόεδρο Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, με την οποία καθοριζόνταν η μορφή τής σημαίας. Για την ακρίβεια καθορίστηκαν τρείς τύποι σημαιών: μία πολεμική για την ξηρά (γαλάζια με μεγάλο άσπρο σταυρό) και δύο για τη θάλασσα: εμπορική (γαλάζια με άσπρο τετράγωνο επάνω αριστερά και γαλάζιο σταυρό εντός του) και πολεμική (γαλάζια, και ακριβώς ίδια στη μορφή με τη σημερινή σημαία, που γνωρίζουμε). Από τότε μέχρι σήμερα ακολούθησαν σειρά διαταγμάτων, που επέφεραν διάφορες παραλλαγές στους τύπους και τις διαστάσεις τών σημαιών (προσθαφαιρέσεις βασιλικών παρασήμων, στεμμάτων, εικόνας του αγ. Γεωργίου κ.λπ.).

    Από τους διάφορους τύπους σημαιών δεν άλλαξε η μορφή (αλλά μόνο το χρώμα) τής πολεμικής σημαίας τής θάλασσας. Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθούμε ειδικά με αυτή τη σημαία και τους λόγους, που επιλέχθηκε η συγκεκριμένη της μορφή και τα χρώματα, καθ΄ ότι έχει ταυτισθεί απόλυτα με τήν έννοια του νεοελληνικού έθνους / κράτους και αποτελεί σήμερα την επίσημη -ενιαία γιά όλες τις εκδηλώσεις- σημαία της σύγχρονης Ελλάδας.
 
 
 
Ο Όθων αλλάζει τα χρώματα τής ελληνικής σημαίας, για να ταιριάζουν με τα χρώματα τής σημαίας τής Βαυαρίας
  Μερικά χρόνια μετά την πρώτη εθνοσυνέλευση, ο νέος βασιλιάς αποφάσισε να αλλάξει το γαλάζιο χρώμα τής σημαίας και να το κάνει πιό σκούρο (λιγότερο γαλάζιο και περισσότερο μπλέ), προκειμένου να ταυτίζεται με τα χρώματα τής σημαίας τής Βαυαρίας (βλ. παραπλεύρως εικόνα), από τον βασιλικό οίκο τής οποίας προερχόταν ο Όθων.

 
 
Ο αγγλόφιλος Μαυροκορδάτος αντιγράφει τη σημαία των άγγλων αποικιοκρατών
     Περισσότερο ενδιαφέρον όμως, παρουσιάζει ο λόγος, γιά τον οποίο ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος είχε επιλέξει τη συγκεκριμένη μορφή γιά τη σημαία. Ο Μαυροκορδάτος, τόσο κατά τη διάρκεια της επανάστασης, όσο και επί Όθωνα ήταν ο κύριος εκφραστής τής αγγλικής πολιτικής. Επέλεξε λοιπόν ως μορφή τής ελληνικής σημαίας τη σημαία τής περιβόητης αποικιοκρατικής British East India Company, τής -υπό την αιγίδα τού αγγλικού κράτους- εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών.
 
     Μιάς εταιρείας, η οποία καταλήστευσε τον πλούτο τής Ινδίας (βαμβάκι, αλάτι κ.λπ.). Μιά εξέγερση Ινδών το 1857 καταπνίγηκε στο αίμα με μαζικές δολοφονίες αμάχων. Η εταιρεία πλούτισε ακόμα περισσότερο από το λαθρεμπόριο οπίου με την Κίνα. Το όπιο, που παραγόταν στις Ινδίες με ελάχιστο κόστος, διοχετευόταν στην Κίνα μέσω διεφθαρμένων κρατικών μηχανισμών, όπου ανταλλασσόταν κυρίως με τσάι και μετάξι, προϊόντα, που έβρισκαν έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον στην Αγγλία. Η αντίδραση τής Κίνας στο λαθρεμπόριο οπίου τής East India Company οδήγησε το 1839 τις δύο χώρες σε πόλεμο.

 
Η εικονιζόμενη σημαία ήταν τής East India Company (1700). Aποτελείτο αρχικά από έξη κόκκινες και πέντε λευκές οριζόντιες λωρίδες, που αργότερα μειώθηκαν σε πέντε και τέσσερις αντίστοιχα. Ο σταυρός επάνω αριστερά είναι τού Αγίου Γεωργίου και συμβολίζει το Βασίλειο τής Αγγλίας. Η σημειολογική πλευρά τής επιλογής τής μορφής τής σύγχρονης ελληνικής σημαίας, που έγινε από τον εκφραστή τής αγγλικής πολιτικής, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ήταν η ανάδειξη τής χώρας -πριν ακόμη απελευθερωθεί από τους οθωμανούς- σε προτεκτοράτο των Άγγλων…
 
    Διάφοροι ανατολικοί λαοί έκαναν χρήση σημαιών· όπως γιά παράδειγμα αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη: «Ας στρατοπεδεύωσιν οι υιοί Ισραήλ έκαστος πλησίον τής σημαίας αυτού μετά τού σημείου τού οίκου των πατέρων αυτών κύκλω τής σκηνής του μαρτυρίου». («Αριθμοί», β: 1-2). Οι αρχαίοι Έλληνες τουλάχιστον μέχρι την κλασική εποχή (όπως άλλωστε και κάθε ελεύθερος άνθρωπος), δεν χρησιμοποιούσαν σημαίες, όπως σήμερα, αφού δεν είχαν ανάγκη να σέρνονται σαν πρόβατα στη σφαγή, πίσω από «σύμβολα». Αυτό δεν οφειλόταν, στο ότι… οι σημαίες δεν είχαν ακόμη εφευρεθεί -χρησιμοποιούνταν ενίοτε σημαίες, γιά να δηλώνουν όμως, διαταγές κατά τη διάρκεια των μαχών- αλλά, στο ότι διαμόρφωναν οι ίδιοι (και όχι μέσω «εξηγητών») τα σημαίνοντα και σημαινόμενα των πολιτειών τους, έτσι ώστε να μην χρειάζονται «συμβολοποιήσεις», «επεξηγήσεις» και άλλες μαντροποιήσεις. Ευρύτερη χρήση σημαιών εμφανίστηκε σταδιακά με το θάνατο τού πολιτικού ανθρώπου, από την επικράτηση των Μακεδόνων κι ύστερα (οπότε θάφτηκε και η πολιτική αυτονομία των πόλεων κι οι άνθρωποι άρχισαν να κοπαδοποιούνται), κατά τη ρωμαιοκρατία, ενώ άκμασε κατά το βυζαντινό μεσαίωνα.

 










Αφρίζουν οι ρωμιοί υπερπατριώτες κάθε φορά, που ένα κομμάτι τής κοινωνίας αποφασίζει να δείξει έμπρακτα την αποστασιοποίησή του από το κοινωνικό μαντρί τού «πατριωτισμού»/εθνικισμού.
 
     Μέσα στο παραλήρημά τους, οι ντοπαρισμένοι από το πατριωτικό ναρκωτικό, ελληναράδες, αγνοούν παντελώς την αρχαιοελληνική έννοια τής πατρίδας, όχι ως απλού εδαφικού χώρου, αλλά ως κατ΄ εξοχήν πολιτικού χώρου έμπρακτης κοινωνικής ευημερίας για όλους.
 
     Αγνοούν επίσης ότι η σημαία, ο εθνοποιητικός αυτός μηχανισμός (όπως είναι κι ο εορτασμός επετείων, οι παρελάσεις, οι εκφωνήσεις λόγων κ.λπ., βλ. Τα έθνη επινοούνται και κατασκευάζονται), που τούς έχουν δώσει, για να κάθονται μπροστά του προσοχή σαν πειθήνια και καλοκουρδισμένα αυτόματα, δεν στοχεύει σε τίποτε άλλο από τον διαρκή έλεγχο των αντανακλαστικών τους.
     Όσον αφορά δε στο αίμα, που έχει χυθεί γιά την ελληνική σημαία και ειδικότερα για το ΄40, αποτελεί μύθο η εκούσια «ηρωική» εμπλοκή μας στο αιματοκύλισμα, η οποία έγινε λόγω του ότι η Ελλάδα ήταν έρμαιο της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής. Αντιγράφουμε από το άρθρο αυτό:  «Σε αντίθεση με τους πολιτικάντηδες και τους πάτρωνές τους, που γνώριζαν εξ αρχής τα πάντα, αυτός που δεν γνωρίζει τίποτα είναι -ως συνήθως- ο «κυρίαρχος» λαός, που αποδεκατίστηκε για «ιδεώδη», τα οποία πρώτοι και καλύτεροι τα «γράφουν» στα παλαιότερα των υποδημάτων τους, αυτοί που τόν έχουν βάλει να τα απαγγέλει σαν ποιηματάκια στις εθνικές επετείους, ή να τα ανεμίζει στις παρελάσεις. Όταν ο ηρωισμός δεν έχει πραγματικό λόγο ύπαρξης, οι δάφνες «ηρωισμού» και «αυταπάρνησης», που οι δήμιοι απονέμουν στους σφαγμένους είναι ειρωνείες, που τα θύματα απλώς δεν τις αντιλαμβάνονται... Η μεγαλύτερη ντροπή και αυτοεξευτελισμός είναι το να τιμάς με «εθνικές» επετείους -και έτσι να διαιωνίζεις- την προσωπική και συλλλογική σου θυματοποίηση».
 
     Όπως έλεγε κι ο Ινδός φιλόσοφος, Όσσο (βλ. Όσσο: «Θέλω να βγάλω την τρέλα από μέσα σας...»): «Θυσίασε τον εαυτό σου για κάθε ηλίθια ιδέα· για τη σημαία, για ένα κομμάτι ύφασμα. Θυσίασε τον εαυτό σου για το έθνος, που είναι απλώς κάτι φανταστικό, επειδή η γη δεν είναι πουθενά χωρισμένη σε έθνη. Είναι η πονηριά των πολιτικών, που χωρίζει τη γη πάνω στο χάρτη. Θυσιάζεσαι για γραμμές, που είναι ζωγραφισμένες πάνω στο χάρτη!»


 

   Η αγγλοβαυαρική σημαία τού νεοελληνικού προτεκτοράτου, μαρκαρισμένη με τον χαρακτηριστικό χριστιανικό σταυρό, δεν συμβολίζει τίποτε άλλο από το θρησκευτικό προσανατολισμό τού σύγχρονου νεοελληνικού κρατιδίου, τον επιβιώσαντα κοτσαμπασισμό τού Βυζαντίου και τής Τουρκοκρατίας και το χρέος υποταγής (μέχρι θανάτου) των Ρωμηών σε αυτά. Δεν πρόκειται επομένως γιά σύμβολο ελευθερίας, αλλά σκλαβιάς...

Γαλανός Γιώργος
freeinquiry.gr


Συνέχεια...

Πώς στρώθηκε ο δρόμος για τον φασισμό

Posted: by παντιγέρα in
0
Αν μου ζητούσαν να επιλέξω μια φράση-κλειδί που ακουγόταν πολύ στην Ελλάδα τις προηγούμενες δυο δεκαετίες, δεν θα είχα κανένα ενδοιασμό: «Δεν με ενδιαφέρει η πολιτική». Ακούστηκε πολλές φορές από χιλιάδες χείλη απλών πολιτών. Μπορεί να την είπες κι εσύ. «Δεν με ενδιαφέρει η πολιτική». Ακούστηκε, ως απάντηση, από εκατοντάδες «καλλιτέχνες» και ηθοποιούς, όταν ερωτήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια για τα όσα συνέβαιναν στη χώρα μας. Το πίστευαν; Το έλεγαν γιατί ήθελαν να τα έχουν καλά με όλους και να μη χάσουν «πελάτες»; Πάντως, το έλεγαν.


Τις προηγούμενες δεκαετίες, η πολιτική στην Ελλάδα δεν ήταν τόσο δημοφιλής όσο είναι σήμερα. Αν ξεκινούσες πολιτική συζήτηση, οι άνθρωποι δυσανασχετούσαν. Ήταν «βαρετό».

Κάτι ακόμα που δεν ήταν διόλου δημοφιλές στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες ήταν η γνώση και η πνευματικότητα. Ο χαρακτηρισμός «κουλτουριάρης» σου ερχόταν αμέσως σαν ταμπέλα όχι αν προσπαθούσες να πεις κάτι πολύ βαρύ και ασήκωτο αλλά αν έκανες το λάθος να ξεφύγεις λίγο από το Κλικ, το Nitro, το ποδόσφαιρο και τα τηλεοπτικά κλισέ.

Αν δεν άκουγες Βίσση, Ρέμο, Σφακιανάκη, Ρουβά και Χατζηγιάννη, ήσουν κουλτουριάρης. Κι έτσι φτάσαμε κάποια στιγμή να θεωρούνται κουλτουριάρικα τα λαϊκά τραγούδια του Τσιτσάνη και του Χατζιδάκι.

Μιλώντας με νέους ανθρώπους, συνειδητοποιείς πως δεν έχουν διαβάσει σχεδόν τίποτα. Εντάξει, δεν ήμασταν ποτέ ένας λαός βιβλιολάγνων που δεν άφηναν το βιβλίο από το χέρι αλλά οι παλαιότερες γενιές όλο και κάτι είχαν διαβάσει. Έστω, τους κλασικούς συγγραφείς. Σε κάθε περίπτωση πάντως, δεν κορόιδευαν αυτούς που αγαπούσαν το διάβασμα.

Δεν είναι τυχαία η επιτυχία του «Αλχημιστή» του Πάολο Κοέλιο στη χώρα μας. Αφενός το βιβλίο ήταν μικρό και αφετέρου περιείχε μια φράση που οι Έλληνες αποστήθισαν μαζικά: «Όταν επιθυμείς κάτι, ολόκληρο το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις». Πώς; Μόνο με την επιθυμία; Χωρίς κόπο; Χωρίς πόνο; Χωρίς διάβασμα; Χωρίς γνώση; Ό,τι κι αν εννοούσε ο Κοέλιο, οι παθητικοί -και λόγω Ορθοδοξίας- Έλληνες καθησυχάστηκαν, αφέθηκαν στο σύμπαν και το περίμεναν να συνωμοτήσει υπέρ τους. Το σύμπαν δεν συνωμότησε.

Η αδιαφορία για την πολιτική και η απόλυτη αντιπνευματικότητα οδήγησαν στην χρεοκοπία. Πρώτα στην κοινωνική, ηθική και πολιτιστική χρεοκοπία και μετά στην οικονομική.

Ακόμα κι αν διαφωνεί κάποιος πως η αδιαφορία της πλειοψηφίας των πολιτών για την πολιτική και η αποστροφή τους για την γνώση οδήγησαν στην οικονομική χρεοκοπία, δεν θα διαφωνήσει στο ότι οι πολίτες καλούνται σήμερα να αντιμετωπίσουν την χρεοκοπία με τα πνευματικά εφόδια που απέκτησαν όλα αυτά τα χρόνια. Δηλαδή, με τον Σφακιανάκη, τη Μενεγάκη, τα ζώδια, τους μάγειρες, τις συνταγές και ό,τι άλλο πρόβαλε η ιδιωτική τηλεόραση.

Κοίταξε τα cd που αγόρασες όλα αυτά τα χρόνια, τα βιβλία που διάβασες (αν διάβασες), θυμήσου τις ταινίες, τις θεατρικές παραστάσεις και τις συναυλίες που παρακολούθησες (αν παρακολούθησες), γιατί είναι αυτά τα όπλα με τα οποία θα αντιμετωπίσεις την χρεοκοπία. Αυτός είσαι.

Βέβαια, ένα μεγάλος αριθμός Ελλήνων αντιμετωπίζει την χρεοκοπία με μόνο εφόδιο την αποβλάκωση που του πρόσφερε η ελληνική τηλεόραση. Και συνεχίζει να αποβλακώνεται.

Χρειάζονται εφόδια για να σκεφτείς. Και αυτά τα εφόδια δεν θα τα βρεις στην τηλεόραση.

Η τηλεόραση δεν έχει καμία σχέση με την παιδεία, την γνώση και το πνεύμα. Είναι ένα μέσο που μπορεί κάποιες φορές –και υπό προϋποθέσεις- να είναι ενδιαφέρον και ψυχαγωγικό αλλά στην Ελλάδα δεν συνέβη ούτε αυτό. Η ελληνική τηλεόραση απευθύνεται στα χαμηλά ένστικτα και –με ελάχιστες εξαιρέσεις- είναι ένας σκουπιδοτενεκές, με ξεπουλημένα λαμόγια, χαζογκόμενες, βιζιτούδες και διάφορους άλλους φελλούς.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι οι Έλληνες που σέβονται τον εαυτό τους δεν εμφανίζονται στην τηλεόραση. Ίσως, να δέχτηκαν να εμφανιστούν σε κάποια αξιοπρεπή εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης αλλά μέχρι εκεί.

Το να μην εμφανίζεσαι στην τηλεόραση σημαίνει -μεταξύ άλλων- πως δεν πιστεύεις πως πάνω απ’ όλα είναι το κέρδος. Γιατί η τηλεόραση έχει να κάνει με πολλά χρήματα.

Όλα αυτά τα χρόνια, τα πρόσωπα της ελληνικής τηλεόρασης δεν ενδιαφέρονταν, βέβαια, για την πολιτική. Ήταν εθνικοί σταρ, οπότε ανήκαν σε όλους τους Έλληνες και δεν έπαιρναν ποτέ θέση για τίποτα. Επίσης, τα πρόσωπα της τηλεόρασης –τουλάχιστον αυτά που κυριάρχησαν- είναι βαριά αμόρφωτα.

Σε μια χώρα που μεγάλο μέρος των πολιτών δεν ενδιαφέρονταν για την πολιτική και την γνώση -και η «εκπαίδευσή» τους ήταν τηλεοπτική-, δεν θα πρέπει να κάνει σε κανέναν εντύπωση το γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή εκφράζει σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριώτες μας.

Αν δεν σε ενδιέφερε ποτέ η πολιτική και, παράλληλα, έχεις την εντύπωση πως ο Καζαντζάκης είναι ποδοσφαιριστής, είναι απόλυτα λογικό –όταν χρειαστεί- να εκφραστείς πολιτικά με το απόλυτο σκοτάδι, τον φασισμό, τους ψευτοτσαμπουκάδες, τις μαγκιές, τις κλωτσιές, τα ουρλιαχτά και όλη αυτήν την κτηνωδία που εκπροσωπεί η Χρυσή Αυγή. Το κτήνος το εκφράζουν τα κτήνη.

Φυσικά, δεν είναι καθόλου τυχαία η συμπάθεια των τηλεοπτικών προσώπων για τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής. Μαζί τους αισθάνονται πολύ άνετα, αφού πνευματικά βρίσκονται στην ίδια κατάσταση: σε αυτή του χιμπαντζή.

Η Χρυσή Αυγή δεν ήρθε τώρα. Ο νεοναζισμός δεν ήρθε τώρα. Ο φασισμός δεν ήρθε τώρα. Θα έπρεπε να τον είχες διακρίνει στον ναρκισσισμό της Ελένης, στην εγωπάθεια του Σάκη, στη ρηχότητα της Ρούλας και του Γρηγόρη, στον αδίστακτο κυνισμό του Θέμου και στην κτηνώδη βλακεία που κουβαλάνε όλα αυτά τα εγωκεντρικά ανθρωποειδή που θεοποίησαν το εύκολο κέρδος, προώθησαν την ιδιωτεία και πούλησαν τη ψυχή τους στον διάολο.

Κι αν αυτοί έβγαλαν πολλά χρήματα, αυτοί που τους παρακολουθούσαν μαγεμένοι –και τους παρακολουθούν ακόμα αφού είναι πια ανάπηροι πνευματικά- παίρνουν για τρόπαιο τη Χρυσή Αυγή.

Οι πολίτες έχουν χρέος να ασχολούνται με τα κοινά και να ενδιαφέρονται για την πολιτική.

Οι πολίτες έχουν χρέος να φροντίζουν την ψυχή τους και το μυαλό τους, να επιζητούν την γνώση και να αποφεύγουν τα σκουπίδια.

«Μας πρόδωσαν οι πολιτικοί» λένε οι πολίτες. Ναι, αλλά πολύ πριν, οι πολίτες είχαν προδώσει τους εαυτούς τους. Το πρώτο δεν θα είχε συμβεί, αν δεν είχε συμβεί το δεύτερο.

Ο φασισμός είναι εδώ. Μέσα μας.

(Στη φωτογραφία -με ελληνική φορεσιά- είναι ο Όσκαρ Ουάιλντ. Αν και τα βιβλία του Όσκαρ Ουάιλντ υπάρχουν πια παντού -και στο διαδίκτυο-, εκατομμύρια Έλληνες στη διάρκεια της ζωής τους δεν θα διαβάσουν ούτε μια φράση του επειδή το σύμπαν δεν θα συνωμοτήσει.)

Πιτσιρίκος




Συνέχεια...

Επάγγελμα μπάτσος

Posted: by παντιγέρα in
0
Σε μια συγκυρία κατά την οποία τα ειδικά σώματα αστυνομικών ξυλοκοπούν με ιδιαίτερη ευχαρίστηση την πρώτη ύλη της εργασίας τους, δηλαδή τους διαδηλωτές, ενώ ταυτοχρόνως ως εργαζόμενοι υφίστανται μειώσεις του εισοδήματός τους, ήταν φυσικό να ανακινηθεί, στα αριστερά του πολιτικού φάσματος, το ζήτημα της ταξικής θέσης των μπάτσων. Η συνηθισμένη απάντηση που δίνεται από τα περισσότερα στελέχη της Αριστεράς είναι απλή και σύντομη: Πρώτον, τα ειδικά σώματα, όπως και το σύνολο των αστυνομικών, είναι εργαζόμενοι, άρα ανήκουν και αυτοί στις εργαζόμενες τάξεις, επομένως στο μεγάλο εκλογικό ακροατήριο της Αριστεράς. Δεύτερον, όταν βιαιοπραγούν ακολουθούν, ως επαγγελματίες, τις οδηγίες και τις διαταγές που δέχονται από τους ιεραρχικά ανωτέρους τους.

Αυτή η απλοϊκή αντιμετώπιση του ζητήματος αποτελεί ακόμη ένα σύμπτωμα του αποχωρισμού της Αριστεράς από την μαρξιστική θεωρητική της παράδοση. Εξ όσων γνωρίζω, κανείς δεν ένοιωσε την ανάγκη, στα πλαίσια της πρόσφατης σχετικής συζήτησης να ανασύρει την ξεχασμένη μαρξιστική θεωρία των κοινωνικών τάξεων. Και όμως, πρόκειται για μια παράδοση που έχει να μας πει πολλά περισσότερα από τις απλές εμπειρικές "διαπιστώσεις", ότι οι αστυνομικοί είναι εργαζόμενοι που ενίοτε γίνονται βίαιοι επειδή ακολουθούν οδηγίες.

Καταρχήν, οι αστυνομικοί είναι μια επαγγελματική ομάδα που δεν μπορεί να οριστεί με αναφορά στις σχέσεις παραγωγής, διότι δεν συμμετέχουν στην κεφαλαιοκρατική παραγωγή, στην σφαίρα της οικονομίας που παράγει προστιθέμενη αξία, δηλαδή εμπορεύματα που πωλούνται στην αγορά και δημιουργούν τις δύο βασικές μορφές εισοδήματος: τον μισθό και το κέρδος. Η επαγγελματική ομάδα των μπάτσων βρίσκεται έξω από την σφαίρα της παραγωγής: ανήκουν στις κατώτερες βαθμίδες κρατικών υπαλλήλων και συμβάλλουν, με τον τρόπο τους, στην κοινωνική αναπαραγωγή. Η αμοιβή της εργασίας τους δεν έχει καμία σχέση με την παραγωγή ούτε αξίας ούτε υπεραξίας: είναι ένα εισόδημα που τους εκχωρείται από τα φορολογικά έσοδα σε αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες τους.

Για τους λόγους αυτούς, η ταξική θέση των αστυνομικών δεν μπορεί να βρίσκεται κοντά στην βιομηχανική εργατική τάξη ή στο προλεταριάτο των υπηρεσιών. Αντιθέτως, από καθαρά οικονομική άποψη, η θέση τους είναι όμοια με όλα εκείνα τα επαγγέλματα που ανταλλάσσουν τις υπηρεσίες τους έναντι εισοδήματος χωρίς να παράγουν οικονομική αξία, δηλαδή εμπορεύματα που πωλούνται στην αγορά, πλην όμως, συμβάλλουν στην αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος. Πρόκειται για όλους τους υπαλλήλους της δημόσιας διοίκησης, τους εκπαιδευτικούς, τους στρατιωτικούς, το νοσηλευτικό προσωπικό, και τους άλλους εργαζόμενους που συμβάλλουν στην αναπαραγωγή του συστήματος, ο καθένας με τον τρόπο του, χωρίς να παράγουν οι ίδιοι οικονομική αξία, εμπορεύματα.

Για όλες αυτές τις επαγγελματικές κατηγορίες, ο οικονομικός προσδιορισμός της ταξικής θέσης είναι εξαιρετικά αδύναμος και έχει αρνητική αξία: μάς λέει κυρίως σε ποιες τάξεις δεν ανήκουν οι εργαζόμενοι στον στενό δημόσιο τομέα χωρίς να μας λέει πού ακριβώς ανήκουν. Για τον λόγο αυτό, η μαρξιστική θεωρητική παράδοση εισάγει στο σημείο τρία ακόμη κριτήρια της ταξικής θέσης: τη σχέση με το κράτος (δηλαδή την εξουσία), την σχέση με την κοινωνική αναπαραγωγή, και τη σχέση με τις ιδέες (την ιδεολογία). Αυτά είναι τα κριτήρια που μπορούν να μας εξηγήσουν την ταξική διαφορά μεταξύ ενός αστυνομικού των ειδικών δυνάμεων (ενός μπάτσου δηλαδή), ενός καθηγητή του δημόσιου λυκείου, ενός γιατρού και ενός οδηγού απορριμματοφόρου του Δήμου.

Προφανώς, ένας μπάτσος και ένας γιατρός του ΕΣΥ, έχουν διαφορετική σχέση με τον κράτος: ο δεύτερος φροντίζει τους πολίτες, με ανάθεση από το κοινωνικό κράτος, ενώ ο πρώτος υπηρετεί τον καταπιεστικό μηχανισμό του κράτους (δηλαδή της πολιτικής εξουσίας), που του έχει αναθέσει να ασκεί καταστολή και βία προκειμένου να διατηρηθεί (ή να διατηρήσει τις ισορροπίες της) η πολιτική εξουσία. Η ταξική θέση του γιατρού του ΕΣΥ ορίζεται σε σχέση με το κοινωνικό κράτος, ενώ του αστυνομικού σε σχέση με τον μηχανισμό του κράτους ως δύναμη καταστολής και καταπίεσης των "εχθρών του κράτους".

Αυτό μας φέρνει στην ιδεολογία: Κάθε επάγγελμα, μαζί με τις θεωρητικές ή τεχνικές γνώσεις που απαιτεί η εξάσκησή του, φέρνει μαζί του και κανόνες για την ορθή χρήση τους, που πρέπει να έχει ο καθένας ανάλογα με το επάγγελμα που θα ασκήσει. Πρόκειται για πρακτικούς κανόνες δεοντολογίας, ορθής συμπεριφοράς κλπ που αντλούν την ύπαρξή τους από μιαν αντίστοιχη ιδεολογία -μιαν ιδεολογία καλλιεργημένη από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, ιδιαίτερα δε από τον εκπαιδευτικό μηχανισμό, αφού αυτός παράγει, εν πολλοίς, τα επαγγέλματα. Έτσι, η άσκηση του επαγγέλματος του γιατρού του ΕΣΥ συνοδεύεται από κανόνες που συμπυκνώνονται στον όρκο του Ιπποκράτη, αλλά και άλλους κανόνες, που αντλούν την ύπαρξή τους από τις ανθρωπιστικές ιδεολογίες, αυτές που αναφέρονται στην "αξία" της ανθρώπινης ζωής και της υγείας, στα κοινωνικά δικαιώματα κλπ. Χωρίς την ύπαρξη μιας τέτοιας ιατρικής ιδεολογίας και τέτοιων αντίστοιχων κανόνων, η άσκηση του επαγγέλματος του γιατρού θα ήταν αδύνατη, και κάθε γιατρός θα ήταν ελεύθερος να αποφασίζει κατά την προσωπική του αντίληψη, αυθαίρετα, για μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων ζωής και θανάτου. Αντίστοιχα, η άσκηση του επαγγέλματος του μπάτσου, δηλαδή των ειδικών σωμάτων πολιτικής καταστολής και καταπίεσης, συνοδεύεται από κανόνες (των οποίων την εφαρμογή βλέπουμε καθημερινά στους δρόμους) που αντλούν την ύπαρξή τους από την πολιτική ιδεολογία του "εσωτερικού εχθρού", δηλαδή από μια ιδεολογία διάκρισης και μίσους. Χωρίς την ύπαρξη μιας τέτοιας ιδεολογίας μίσους και των αντίστοιχων κανόνων συμπεριφοράς, η άσκηση του επαγγέλματος του μπάτσου θα ήταν αδύνατη, διότι κάθε μπάτσος θα έπρεπε να αποφασίζει καθημερινά για την ηθική νομιμότητα της αιματηρής επαγγελματικής του πρακτικής εν μέσω μιας κοινωνίας που εμφορείται, ακόμη σε μεγάλο βαθμό, από ανθρωπιστικές αξίες δικαιοσύνης, ανεκτικότητας, κοινωνικών δικαιωμάτων, ελευθερίας κλπ.

Στην ελληνική της εκδοχή, η ιδεολογία του εσωτερικού εχθρού, που κινεί τα νήματα της συμπεριφοράς του μπάτσου, είναι ιδιαίτερα ισχυρή και εμπλουτισμένη από την ίδια την ελληνική ιστορία της Εθνικοφροσύνης, ιδιαίτερα δε του εμφυλίου πολέμου: τα κομμούνια, οι αναρχικοί και οι κάθε είδους ομάδες με παρεκκλίνουσα πολιτική συμπεριφορά ως προς τις πατροπαράδοτες αξίες του Έθνους, απειλούν με διάλυση τον μεγάλο πολιτισμό των Ελλήνων, από τον Παρθενώνα μέχρι σήμερα. Είναι οι εχθροί της κοινωνίας, είναι αμετανόητοι και αποφασισμένοι, και για τον λόγο αυτό τους αξίζει κάθε είδους βίας, στα πλαίσια που ορίζει βεβαίως η αστική εξουσία -δηλαδή το Αφεντικό.

Τέτοιοι είναι οι μη οικονομικοί ταξικοί προσδιορισμοί της ομάδας των μπάτσων. Είναι αυτοί οι προσδιορισμοί που χαλυβδώνουν την θέλησή τους να ασκήσουν χωρίς αναστολές βία επάνω σε πολίτες, που διεγείρουν το ζωώδες πνεύμα τους, τους συγκροτούν σε ομάδα κρούσης και τους μετατρέπουν από επαγγελματική ομάδα σε κοινωνική ομάδα, δηλαδή σε ομάδα που εμφανίζεται στην αιματηρή σκηνή της πολιτικής βίας ως ένα και μοναδικό υποκείμενο, ένα και μοναδικό πρόσωπο, με ενιαία θέληση και ομοιογενοποιημένο μίσος για τους εχθρούς του Έθνους.

Ηλίας Ιωακείμογλου - REDNotebook

Συνέχεια...

Συνηθίσαμε πια…

Posted: by παντιγέρα in
0
Συνηθίσαμε πια να πιστεύουμε ότι τα πράγματα συμβαίνουν έτσι από μόνα τους.
Συνηθίσαμε πια την άνιση οργάνωση του κόσμου που εξευτελίζει την ανθρώπινη ζωή και ανήκει στην αιώνια τάξη των ισχυρών.
Συνηθίσαμε πια ότι η αδικία είναι ένα πεπρωμένο που είμαστε υποχρεωμένοι ή να το δεχτούμε ή να το αποδεχτούμε.
Συνηθίσαμε πια να ακούμε τους ισχυρούς του πλανήτη να μας λένε ότι η αδικία είναι φυσικός νόμος.
Συνηθίσαμε πια να πιστεύουμε ότι οι κατώτεροι οφείλουν αιώνια υπακοή στους ανώτερους τους, οι γυναίκες οφείλουν απόλυτη υπακοή στους άνδρες, οι γεννημένοι κατώτεροι γεννήθηκαν για να υπηρετούν τους γεννημένους ανώτερους.
Συνηθίσαμε πια να σκύβουμε το κεφάλι στις διαταγές των αφεντικών αποδεχόμενοι να δουλεύουμε όποτε αυτά θέλουν, με ότι αντίτιμο αυτά θέλουν, να μας πετάνε στον δρόμο όποτε αυτά θέλουν, χωρίς να διαμαρτυρόμαστε, να αντιστεκόμαστε, να έχουμε αντιρρήσεις, να θέλουμε μόνο ότι αυτά θέλουν.
Συνηθίσαμε πια να θεωρούμε ότι οι φτωχοί είναι φτωχοί επειδή έτσι το θέλησε η μοίρα τους, ότι είναι ανίκανοι να είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι, γιατί είναι γεννημένοι να χάνουν και αποκλειστικά υπεύθυνοι για τη κατάσταση τους.
Συνηθίσαμε πια να πιστεύουμε ότι η διάσωση του περιβάλλοντος μπορεί να προέλθει μόνο από τις πολυεθνικές εταιρίες μέσω των εμπορικών επενδύσεων τους που καταληστεύουν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της γης, την εμπορική εκμετάλλευση του νερού, του αέρα, της τροφής και όποιος δεν έχει να τα αγοράσει να αντιμετωπίζεται σαν στατιστικό περισσευούμενο πλεόνασμα που πρέπει να οδηγηθεί στην οργανική ανακύκλωση παραγωγής εδαφικού λιπάσματος.
Συνηθίσαμε πια να ζούμε συνεχώς με αυταπάτες ότι κάθε νόμος είναι σωστός επειδή είναι απλά και μόνο νόμος.
Συνηθίσαμε πια το κράτος της πανοπτικής επιτήρησης να μας ζητά υποχρεωτικά να γίνουμε οι ρουφιάνοι του καρφώνοντας όποιον αντιστέκεται και πολεμά την εξαθλίωση που μας επιβάλει.
Συνηθίσαμε πια να βλέπουμε χωρίς να μιλάμε τα σκυλιά της δημοκρατίας τους, να ξεσκίζουν τις σάρκες και τις ψυχές όσων αγωνίζονται, να στοιβάζουν ανθρώπινα κορμιά στις φυλακές-αποθήκες της, να εξοντώνουν κάθε απόπειρα αντίστασης μέσα από νόμους, βασανιστήρια και διαφόρων ειδών κρατικούς δολοφόνους, δικαστές και αστυνόμους.
Συνηθίσαμε πια να ασφυκτιούμε από τα χρέη και τα δάνεια ώστε να μην χάσουμε, το αυτοκίνητο μας, το εξοχικό μας, το κινητό μας, τις διακοπές σε “in” μέρη, τα αντικείμενα μας, όλα αυτά που θεωρούμε ότι αν δεν τα έχουμε ή δεν τα κάνουμε δεν υπάρχουμε.
Συνηθίσαμε πια να μας προστάζουν μέσα από τη διαφήμιση να καταναλώνουμε ότι δεν έχουμε τη δυνατότητα να αποκτήσουμε γιατί αυτό είναι το “πραγματικό νόημα της ζωής”.
Συνηθίσαμε πια να μας έχουν δεμένους με μία αλυσίδα όπου η άκρη της καταλήγει στο πόδι του τραπεζιού της τηλεόρασης και να αποδεχόμαστε ότι είναι φυσικότατο να ζούμε μια ζωή φυλακισμένοι σε τέσσερις τοίχους με μοναδικό παράθυρο την οθόνη της υποχρεωμένοι μόνο να ακούμε ένα κουτί που έχει μόνο φωνή και καθόλου αυτιά.
Συνηθίσαμε πια τη τρομοκρατία της μιντιακής κυριαρχίας η οποία διατάζει ότι ο μόνος τρόπος για να “σωθεί η χώρα” είναι η πλήρης και πειθαρχημένη ανέχεια των κατώτερων τάξεων της.
Συνηθίσαμε πια τις αυτοκτονίες συνανθρώπων μας που προτιμούν την έξοδο από τη ζωή παρά τον αργό θάνατο της ανέχειας.
Συνηθίσαμε πια τις διαπομπεύσεις από τους μιντιακούς διαύλους, εξαθλιωμένων τοξικομανών-ιερόδουλων που πουλάνε σε “καθωσπρέπει πολίτες-θύματα” το ζωντανο-νεκρό σώμα τους για λίγο ψεύτικο όνειρο σε ενέσιμη μορφή.
Συνηθίσαμε πια να ακούμε την αυτοκρατορία του χρήματος να διακηρύσσει ότι η καταδυνάστευση και η κατοχή μιας αδύναμης χώρας και η μαζική δολοφονία του λαού της από μια άλλη δυνατή, είναι “ανθρώπινη αρετή”, “αποκατάσταση της ελευθερίας”, “διάσωση της δημοκρατίας”, αλλά όταν ένας πεινασμένος κακομοίρης πρόσφυγας που αυτή δημιούργησε ψάχνει για λίγο φαγητό και αναγκάζεται να κλέψει είναι ένα κτήνος που δεν σέβεται την ανθρώπινη ζωή και τον τόπο που τον “φιλοξενεί”.
Συνηθίσαμε πια να θεωρούμε ηθικό και δίκαιο ότι οι χώρες που “διαφυλάττουν τη παγκόσμια ειρήνη” είναι μόνο αυτές που κατασκευάζουν και πουλούν τα περισσότερα όπλα, εισβάλουν σε άλλες χώρες κατακρεουργώντας τον φτωχό πληθυσμό τους.
Συνηθίσαμε πια σαν μοναδικό δεδομένο ότι η αιτία του ρατσισμού και της φαλλοκρατίας είναι η γενετική κληρονομιά και ότι δεν ευθύνεται η ιστορία που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα οι φτωχοί, αλλά η βιολογία.
Συνηθίσαμε πια να πιστεύουμε ότι οι καραβιές των προσφύγων, των κυνηγημένων, των πεινασμένων μεταναστών από την Αφρική και την Ασία έχουν στη φύση τους τη βία, το έγκλημα, το κακό που είναι ενταγμένα βιολογικά στο αίμα τους και στη θρησκευτική τους πίστη.
Συνηθίσαμε πια να είμαστε σίγουροι ότι οι φτωχοί κουβαλάνε το πεπρωμένο τους μέσα στο αίμα τους, γιατί όταν τα χρωμοσώματα της κατωτερότητας αναμειγνύονται με τον κακό σπόρο του εγκλήματος έχουμε τη τηλεοπτική “διαπίστωση” ότι όσο πιο σκούρο δέρμα έχει ένας φτωχός τόσο πιο επικίνδυνος βάρβαρος και απάνθρωπος είναι.
Συνηθίσαμε πια να θεωρούμε σωστό ότι οι έμποροι των εθνών, οι πολιτικοί, οι τραπεζίτες, οι κυρίαρχοι γης νερού και αέρα, που ζουν στις ισχυρές χώρες έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν στις υπόλοιπες χώρες στρατιωτικές ή κοινοβουλευτικές δικτατορίες και κυβερνήσεις ανδρείκελα. Ότι μπορούν να τους υπαγορεύουν την οικονομική και κάθε άλλη πολιτική τους, να τις διατάζουν να αποδέχονται χωρίς αντιρρήσεις καταστροφικές συναλλαγές και τοκογλυφικά δάνεια, τρόπους διαβίωσης του ανθρώπινου υποκειμένου τους, πότε θα αναπνέει και πότε πρέπει να πεθάνει.
Συνηθίσαμε πια να υποτιμάμε τη ζωή και να μας απαγορεύουν να θυμόμαστε.
Συνηθίσαμε πια η μοναδική μας μνήμη να είναι αποκλειστικά η μνήμη της εξουσίας των λίγων. Αυτή που μας κάνει να μη θυμόμαστε ότι ο πλούτος των λίγων ευθύνεται για τη φτώχεια των πολλών. Αυτή που μα λέει ότι αυτό το αταίριαστο ζευγάρι συζεί αρμονικά από τα βάθη των αιώνων και ότι ήταν πάντα έτσι γιατί “αυτό είναι το θέλημα του Θεού”.
Συνηθίσαμε πια να ξεχνάμε ότι οι επιχειρήσεις με τα μεγαλύτερα κέρδη στον πλανήτη είναι εκείνες που δολοφονούν τον περισσότερο κόσμο στον πλανήτη, αποφασίζουν για την τύχη του και έχουν τα μεγαλύτερα οφέλη από την εξολόθρευση του.
Συνηθίσαμε πια να πιστεύουμε ότι η “ελεύθερη αγορά” είναι η μοναδική πηγή ευημερίας, η μοναδική εγγύηση της δημοκρατίας και να ξεχνάμε ότι όπου σηκώθηκε η σημαία του “ελεύθερου εμπορίου” αυτή υποχρέωνε τους υπηκόους να παράγουν και να καταναλώνουν μόνο τα δικά του εμπορεύματα, να υποτάσσονται στους δικούς του νόμους. Στο “όνομα της ελευθερίας” του, που αναπόφευκτα περνά από τη σκλαβιά των υπηρετών του.
Συνηθίσαμε πια να ονομάζουμε “αναπτυσσόμενες” τις φτωχές χώρες που τις έχει συνθλίψει η ξένη ανάπτυξη των ισχυρών χωρών και οι πολυεθνικές εταιρίες. Αυτές που μονοπωλούν και καταληστεύουν τον πλούτο των “υπό ανάπτυξη”, την επιστημονική γνώση, τη τροφή, την τεχνολογία, πουλώντας τους πανάκριβα, μολυσμένη μεταλλαγμένη τροφή, πολιτισμό του απόλυτου κενού της σκέψης, πανάκριβα οπλικά συστήματα που θα τις “προστατεύσουν” από ανύπαρκτους εχθρούς.
Συνηθίσαμε πια να πιστεύουμε ότι η ανάθεση συνολικά της ζωής μας στα χέρια των επαγγελματιών της πολιτικής και των κομματικών “ειδικών” ψηφίζοντας τους είναι το μοναδικό μοντέλο που διαφυλάττει την κοινωνική ευμάρεια και ειρήνη.
Συνηθίσαμε πια να θεωρούμε τους εαυτούς μας ανώριμους και ανήμπορους να συνδιαχειριζόμαστε ισότιμα και συλλογικά τη ζωής μας.
Συνηθίσαμε πια να πιστεύουμε ότι είναι αδιανόητος ένας κόσμος χωρίς οι λίγοι να κανοναρχούν και να εξουσιάζουν τους πολλούς.
Συνηθίσαμε πια να μας λένε “πήδηξε τώρα” και να απαντούμε “πόσο ψηλά;”
Συνηθίσαμε πια να μας ρωτούν “τι ώρα είναι;” και να απαντούμε “ότι ώρα διατάξετε”.
Συνηθίσαμε πια να συνηθίζουμε σε κάθε απαίτηση που μας υποχρεώνουν να συνηθίσουμε.

Δεν συνηθίσαμε ποτέ να θυμόμαστε ότι αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας.

Ευάγριος Αληθινός

* το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο φύλλο 19 (καλοκαίρι 2012) της παγκρήτιας εφημερίδας δρόμου Άπατρις

Το άρθρο είναι διαθέσιμο στα ισπανικά και τα γαλλικά


Συνέχεια...
0


Μια συμπαραγωγή του Παγκρήτιου Δικτύου κατά των Βιομηχανικών ΑΠΕ και της Τηλεόρασης από τους Πολίτες για το θέμα της επέλασης της «πράσινης» ενέργειας στην Κρήτη. Η κατάληψη ζωτικού χώρου εις βάρος του πρωτογενούς τομέα παραγωγής (γεωργία – κτηνοτροφία) και οι επιπτώσεις στους ανθρώπους, στα σπάνια πτηνά και ευρύτερα στο φυσικό περιβάλλον της Κρήτης.

Ένα βίντεο καταγγελία για την χωρίς μέτρο και σχεδιασμό χωροθέτηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές με μόνο σκοπό τα οφέλη των εταιριών από την πώληση του ρεύματος, στο όνομα μιας απροσδιόριστης και νόθας «ανάπτυξης».

Για την ταινία παραχωρήθηκαν βίντεο αρχείου από την IndigoView (Θ. Παπαδουλάκης) και από το αρχείο της Τηλεόρασης από τους Πολίτες. Επίσης αποσπάσματα από την ταινία «Αποπηγάδι: Σήμερα εμείς αύριο εσείς» καθώς και διάφορα πλάνα και φωτογραφίες σχετικά με τις ΑΠΕ από το διαδίκτυο.

Ακούγονται μουσικά αποσπάσματα:

Στέλιος Πετράκης: «Βόρεια Μονοπάτια»
Σ. Ξαρχάκος – Κ. Κινδύνης – Ν. Ξυλούρης: «Πώς να σωπάσω»

Μοντάζ: Γιάννης Αλικιώτης
Σενάριο: Χρύσα Μαυρόκωστα
Αφήγηση: Νεκταρία Μαυρουδή
Δημοσιογρ. Επιμέλεια: Μάριος Διονέλλης

Παραγωγή: Σεπτέμβριος 2012

Συνέχεια...

back to top